Πέθανε ο Πάολο Ταβιάνι

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 02.03.24 ]

Πέθανε και ο δεύτερος αδερφός Ταβιάνι, ο Πάολο. Τι να πρωτοθυμηθώ: Πατέρας Αφέντης, Η νύχτα του Σαν Λορέντζο, Αλοζανφάν, Χάος, εμβληματικές ταινίες, ταινίες που μας σημάδεψαν.

Η ταινία Χάος βασίστηκε σε βιβλίο του Λουίτζι Πιραντέλο, που είχε γεννηθεί στο Καβούζου της Σικελίας. «Εγώ είμαι γιος του Χάους», γράφει σ’ ένα γράμμα στη γυναίκα του ο Πιραντέλο, «όχι αλληγορικά αλλά στην κυριολεξία, γιατί γεννήθηκα σε μια αγροτική περιοχή που βρίσκεται κοντά σ’ ένα πυκνό δάσος που ονομάστηκε, στη διάλεκτό μας, Κάβουζου από τους κατοίκους του Τζιρτζέντι... διαλεκτική παραφθορά της αγνής αρχαίας ελληνικής λέξης Χάος...». Και συνεχίζει, «Ερχόμαστε στη ζωή με πολλούς τρόπους, με πολλές μορφές: δέντρο ή βράχος, νερό ή πεταλούδα... έχοντας τριγύρω, άγνωστο, τον τεράστιο κόσμο, την απέραντη και αδιαπέραστη κενότητα της ύπαρξης...». 

Ο ίλιγγος του Χάους, ουσιαστικά του άγνωστου μας καθορίζει, μας τρελαίνει, μας ενεργοποιεί. Είναι η «μαύρη ενέργεια» (dark energy) που σπρώχνει το σύμπαν προς τα έξω και εμας στην ποιητική έκσταση, στον έρωτα, στην επ-ανάσταση, ή στην τρέλα. Χάος, μια ταινία, μια μουσική, μια πολιτική οργάνωση, το περιοδικό "Χάος", ο Καζαντζάκης που ήθελε να ξαπλώσει στη μέση του χάους και να το γονιμοποιήσει. Ο Τίτος Πατρίκιος που γράφει για το ταξίδι του στο Κάος, την πατρίδα του Πιραντέλο και του Καμιλέρι.

Ο Πιραντέλο ήταν θαυμαστής του Τζιάκομο Λεοπάρντι (Ανάλεκτα). Γι’ αυτό καταριέται «τον πολιτισμό που μας καταστρέφει». Η ευτυχία ανήκει στη φύση, στη φυσική αρμονία, την «εντοπία» (αρμονία), στα άγρια θηρία, σ’ αυτούς που δεν έχουν ούτε «σύζυγο, ούτε χρέη ούτε σκέψεις», γράφει. Η δυστυχία των διανοουμένων είναι οι σκέψεις, η υπερτροφία του Εγώ, η παροξυμμένη αγάπη για τον εαυτό, το άπιαστο κυνήγι της ευτυχίας μέσω του έρωτα, της αθανασίας μέσω της τέχνης. Ο μεσογειακός Πιραντέλο προσπάθησε με τον σικελικό τρόπο να πετύχει το συνδυασμό των δύο εαυτών, των δύο παθών. Θα πιστέψει ότι μπόρεσε να ενώσει «τα δύο υπέρτατα ιδανικά: τον Έρωτα και την Τέχνη» με αποτέλεσμα η γυναίκα του να τρελαθεί και ό,τι αγαπούσε πιο πολύ (η κόρη του) να φύγει μακριά για να επιβιώσει.

Η τρέλα, ο άνθρωπος, η σκληρότητα της ζωής, ο έρωτας, η σελήνη, ο σεληνιασμός, η προσπάθεια συμβιβασμού των ασυμβίβαστων, όλα αποδίδονται εκπληκτικά στην ταινία των αδερφών Ταβιάνι. 

Πέριξ του φοβερού «Εγώ είμαι ο Λουίτζι Πιραντέλο» δεν φύεται τίποτα. «Μέσα μου υπάρχουν, θα ‘λεγα, δύο πρόσωπα... Τολμώ να πω ότι υπάρχει ένας μεγάλος κι ένας μικρός εαυτός: αυτοί οι δύο κύριοι βρίσκονται σχεδόν πάντα σε διαμάχη μεταξύ τους, ο ένας είναι φοβερά αντιπαθής στον άλλο... Είμαι συνεχώς μοιρασμένος ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο πρόσωπα. Πότε επικρατεί το ένα και πότε το άλλο. Εγώ υποστηρίζω, φυσικά, πολύ το πρώτο, εννοώ τον μεγάλο εαυτό μου· προσαρμόζομαι και συμπονώ τον δεύτερο, που είναι κατά βάθος ένα πλάσμα όπως όλα τ’ άλλα...» (γράμμα του Πιραντέλο στη γυναίκα του Αντονιέτα).

Η «τρέλα της γυναίκας μου είμαι εγώ» καταλήγει ο Πιραντέλο. Είναι η διχοστασία, ο εμφύλιος πόλεμος εντός, η τρέλα που τραγουδιέται σπαρακτικά στην ταινία των Ταβιάνι, η τραγωδία των ανθρώπων. Ακούστε....