Τέλος όπως τάφος

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 20.07.23 ]

(Ή όταν τα ουσιαστικά δεν έχουν ανάγκη από επίθετα-Παράσταση) 

Νυχτώνει μα δεν δροσίζει. Ετοιμάζομαι.  Στην πραγματικότητα σκέφτομαι αντί να ντυθώ να μπορούσα να γδυθώ και από το δέρμα μου ακόμα. Να έχει μια σταλιά δροσιά στον Φρόντζο; Το ΔΗΠΕΘΙ ανεβάζει «το τέλος της μικρής μας πόλης» του Χατζή. Εκεί πηγαίνω. 

Από τα διηγήματα της συλλογής έχει επιλεγεί «ο τάφος». Έξι άνδρες στη σκηνή. Μια στάμπα πέστροφας σε κάθε μπλούζα. Ένας κρατά κιθάρα. Καφάσια από μπύρες το σκηνικό. 

Εναλλαγή πρόζας-μουσικής. Κίνηση. Το κοινό ανταποκρίνεται. Συγκινείται. Ταύτιση; Μεταβίβαση; Αντιμεταβίβαση; Προβολή; Αυτοπραγμάτωση; Αυτοσυναίσθημα; Σύμπλεγμα; Θέατρο; Ποιητική του ονείρου; (όταν ρωτώ δεν έχω απαντήσεις) 

Ο Δήμαρχος, ο δικηγόρος, ο αστυνόμος, ο Αντώνης, ο Σπούργος, οι μπαράγκες, το ποτάμι, ο δρόμος. Ο δρόμος. Ο ξένος, ο ντόπιος, τα ψέματα, οι υποσχέσεις, η εξουσία, η εκμετάλλευση, το χρήμα. Το χρήμα. 

Και υποσχέθηκε ο δήμαρχος τον δρόμο. Και περίμενε χρόνια ο Αντώνης ο Τσιάκαλος το άνοιγμα του δρόμου. Και ψάρευε ο Σπούργος στο ποτάμι πέστροφες και έδινε και στον Αντώνη και δεν περίμενε τον δρόμο. Και ο Αντώνης δεν τον ήθελε τον Σπούργο. Και έβαλε τον δικηγόρο και τον αστυνόμο να βρουν τρόπο να τον διώξουν. Και ο Σπούργος που δεν ήξερε σαν άντρας το βιος του να διαφεντεύει κι ήθελε μόνο μια παράγκα να κοιμάται, ένα ποτάμι να ψαρεύει και δεν περίμενε τον δρόμο. Και άνοιξε ο δρόμος. Και κόπηκαν πλατάνια. Και χτίστηκε μαγαζί με φώτα και με πίστα. Και πια κανένας στις παράγκες δεν πατούσε. Και έγινε α νά πτυ ξη Μεγάλωσε η πόλη. Μα ο Σπούργος είχε ακόμα το ποτάμι και τις πέστροφες και ας μην ήξερε σαν άντρας το βιος του να διαφεντέψει κι ας μην περίμενε τον δρόμο κι ας έδωσε στον Άλλο και τα κλειδιά από τη μπαράγκα κι ας ήθελε μονάχα έναν τόπο γαλήνης για να πεθάνει. 

Αυλαία. Χειροκρότημα. Ήταν κι  ο Δήμαρχος. Και δικηγόροι και αστυνόμοι και Αντώνηδες και τσιάκαλοι, για Σπούργους  δεν ξέρω. Ίσως μεγαλοπιάστηκε κι ο ουρανός και δεν του κάνουν πλέον τα σπουργίτια. Τον Παπασωτηρίου που έχει γράψει τόσα για το «τέλος της μικρής μας πόλης» δεν τον είδα, τον διάβασα όμως σήμερα, που συμπτωματικά ανέβασε το άρθρο εκείνο και κινητοποίησε κι ετούτη τη γραφή αντίδωρο στην χθεσινή την προσφορά.  

Είναι σχολείο λεν το θέατρο. Μπορεί και να ‘ναι. Κάποιοι διδάσκουν. Ποιοι διδάσκονται φαίνεται. Το εξεταστικό μας κέντρο είναι εκεί έξω. Κάθε μέρα δίνουμε τις εξετάσεις μας μέχρι «τον τάφο», στο τέλος του δρόμου. 

Δεν δρόσισε σπουργίτι.