Οι απλές χαρές σ' έναν κόσμο αβεβαιότητας

[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Κόσμος / 26.04.22 ]

 Οι άνθρωποι φοβούνται τη σκέψη της καταστροφής περισσότερο απ’ όσο φοβούνται οτιδήποτε άλλο στον κόσμο… «Τη μιαν ημέρα έτρεμα/ την άλλην ανατρίχιαζα/ μέσα στο φόβο/ μέσα στο φόβο /πέρασε η ζωή μου…», γράφει ο Σαχτούρης. Και ο Καβάφης συμπληρώνει: «Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,/ με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,/ λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε/ για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο /τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί./ Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο / ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα ή δεν τ’ ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά

Στον πυρήνα μας  είμαστε πλάσματα που προσπαθούν ακούραστα να απαλλαγούν από τον κόσμο της αβεβαιότητας. Αναπτύσσουμε μύθους, τελετές, συστήματα πεποιθήσεων και κοινωνικοπολιτικούς θεσμούς σε μια προσπάθεια να επηρεάσουμε το αποτέλεσμα υπέρ μας  -να διαμορφώσουμε το δικό μας πεπρωμένο. Η ανάπτυξη του πολιτισμού άλλωστε είναι η προσπάθεια της ανθρωπότητας να μειώσει την εγγενή μη προβλεψιμότητα του εξωτερικού κόσμου, να βγούμε από το χάος.

Παρά όμως τις εξελιγμένες τεχνολογίες και αφηγήσεις που αναπτύσσουμε, παραμένουμε στο έλεος της μοίρας. Μια καταστροφή έρχεται και αλλάζει τα πάντα. Μέσα από αυτό μαθαίνουμε για την αδιαφορία του σύμπαντος και ότι όλοι μας είμαστε υποταγμένοι στο τυχαίο.

Μπερδεμένος σε μια ζωή κακουχίας και ασθένειας, ο Fredrich Nietzsche βρήκε παρηγοριά στην ιδέα του Amor Fati, της αγάπης της μοίρας. Δεν είναι έκκληση για παραίτηση ούτε  απάθεια. Αντίθετα, είναι μια κατανόηση της εγγενούς ευπάθειας της ανθρώπινης φυλής και μια αναγνώριση του γεγονότος ότι υπάρχουν πράγματα που  δεν μπορούμε να ελέγξουμε.

Ενώ προσπαθούμε απεγνωσμένα να βρούμε σταθερότητα, συνειδητοποιούμε την εγγενή κατάσταση της αλλαγής και της παρακμής στον κόσμο. Γέννηση και θάνατος, αγάπη και απώλεια, πόνος και ευχαρίστηση  εναλλάσσονται στη ζωή  -ένας περίπλοκος διασυνδεδεμένος ιστός αντιτιθέμενων δυνάμεων.

Ο Γάλλος φιλόσοφος Albert Camus αναφέρεται στην τύχη του  Σίσυφου που καταδικάστηκε από τον Δία για την εξαπάτηση και την ανήθικη συμπεριφορά του. Η αιώνια τιμωρία του ήταν να  ανεβάζει έναν ογκόλιθο πάνω σε έναν λόφο, για να τον βλέπει να πέφτει μόλις έφτανε στην κορυφή. Ο Μύθος αυτός αντιπροσωπεύει τη σύγκρουση μεταξύ της έμφυτης αναζήτησής μας για νόημα και τάξη και της τουλάχιστον φαινομενικά τυχαίας και αδιάφορης φύσης του σύμπαντος. Παρά τον παραλογισμό της τιμωρίας του Σίσυφου, γράφει «πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο».

Μέσα στο χάος και τις αβέβαιες στιγμές που ζούμε κατά τη διάρκεια αυτής της παγκόσμιας πανδημίας, μπορούμε να θυμηθούμε την Άννα Φρανκ, η οποία στις φρικαλεότητες του Ολοκαυτώματος,  μπόρεσε να χαρεί τις απλές απολαύσεις που είχε να προσφέρει η ζωή εκείνη την εποχή.

Στο ημερολόγιό της γράφει:

«Όσο υπάρχει, αυτός ο ήλιος και αυτός ο ουρανός χωρίς σύννεφα,

και όσο μπορώ να το απολαύσω, πώς μπορώ να είμαι λυπημένη;»