Ο Γιάννης Μαρκόπουλος δεν είναι πια εδώ...

[ ARTI news / Ελλάδα / 11.06.23 ]

«Θεωρούσα κι εγώ ότι η μουσική κατάγεται από τους φυσικούς ήχους και ότι πηγές της ήταν τα βουητά των χειμάρρων, τα κελαηδήματα των πουλιών, η ομιλία των ανθρώπων, οι μουσικές των λαών αλλά και οι σύγχρονες αρμονίες από τα ακούσματα των μεγάλων πόλεων. Αναζητούσα μια αισθητική που δε θα εξαιρούσε από την τέχνη της μουσικής την προσέγγισή της στην έκφραση ζωής των ανθρώπων μέσα στις κοινωνίες». Αυτά έλεγε ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος, που "έφυγε" χθες από τον μάταιο τούτο κόσμο, για τη μουσική.

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος γεννήθηκε, το 1939, στο Ηράκλειο της Κρήτης.

Η παραδοσιακή μουσική της Κρήτης, η συμφωνική μουσική που ακούει στο ραδιόφωνο, η μουσική της κοντινής Αιγύπτου συνθέτουν τα ακούσματα της παιδικής του ηλικίας και τον καθορίζουν. Παράλληλα από μικρή ηλικία ξεκινά μαθήματα βιολιού και κλαρίνου.

Το 1956, έρχεται στην Αθήνα και περνά την πόρτα του Ωδείου Αθηνών, ενώ εισάγεται και στην Πάντειο. Ερχόμενος στην πρωτεύουσα κουβαλά στις «αποσκευές» του και τις εφηβικές του συνθέσεις. Αυτές οι μελωδίες θα γίνουν η βάση για τραγούδια που έγραψε πολλά χρόνια αργότερα, όπως η μελωδία για τα «Μαλαματένια Λόγια».

Οι γνώσεις του πάνω στη μουσική διευρύνονται και του προσφέρουν στοιχεία για τη διαμόρφωση του προσωπικού του ύφους. Με την επιβολή της χούντας αναχωρεί για το Λονδίνο. Εκεί, εμπλουτίζει τις γνώσεις του με την αγγλίδα συνθέτρια Elisabeth Lutyens, ενώ η φιλία του με τον πρωτοποριακό συνθέτη Γιάννη Χρήστου παίζει σημαντικό ρόλο στην επαφή και τη βαθύτερη γνωριμία του με τις πλέον πρωτοποριακές μουσικές μορφές.

Στο Λονδίνο συνθέτει, ανάμεσα σε άλλα, τον «Ηλιο τον πρώτο» σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, τους πρώτους Πυρρίχιους Α, Β, Γ, Δ για ορχήστρα εγχόρδων που πρωτοπαρουσιάστηκαν το 1968 στο Elizabeth Hall στο Λονδίνο.

Το 1969 επιστρέφει στην Ελλάδα. Με την «Επιστροφή στις ρίζες» της λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής, έδειξε τον τρόπο πώς μπορεί κανείς να αξιοποιήσει τα εξελίξιμα στοιχεία της παράδοσης. Πλάι στα κλασικά όργανα της ορχήστρας έβαλε λαϊκά, παραδοσιακά όργανα όπως τη λύρα, το σαντούρι και το ηπειρώτικο κλαρίνο, αναδεικνύοντας ξεχασμένες μουσικές μορφές της ελληνικής παράδοσης και ρυθμούς απ' όλες τις περιοχές της χώρας, εκφράζοντας ταυτόχρονα σημερινά προβλήματα και καταστάσεις.

Το 2006, έλεγε: «Οταν χρησιμοποίησα στη μουσική μου τη λύρα, το σαντούρι, το λαϊκό κλαρίνο, μέσα στα συμφωνικά όργανα, είχα μια κατεύθυνση εξ αρχής. Να συντελέσουν τα ηχοχρώματα αυτής της νέας ορχήστρας στα μουσικά μου έργα, στη συνοχή, στην αλληλεγγύη και στην ανάδειξη των άγραφων νόμων, που διαθέτει στην ψυχή του ο ελληνικός κόσμος».

Η δεκαετία του '70 είναι ιδιαίτερα γόνιμη για τον συνθέτη. Είναι τα χρόνια που κυκλοφορεί δίσκους - ορόσημα στην ελληνική μουσική δισκογραφία, «Χρονικό» (1970), «Ριζίτικα» και «Ιθαγένεια» (1971), «Ο Στρατής Θαλασσινός» (1973) «Θητεία», «Μετανάστες» (1974), «Θεσσαλικός κύκλος» (1975), «Ανεξάρτητα» (1976).

Οι αγώνες της νεολαίας επηρεάζουν βαθιά τον συνθέτη και για τη δημιουργία ενός άλλου του σπουδαίου έργου, τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» σε στίχους του Διονυσίου Σολωμού.

Αλησμόνητη σε όσους την έζησαν θα μείνει και η μεγάλη του λαϊκή συναυλία τον Ιούλη του 1974, μετά την πτώση της χούντας, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού και καταγράφηκε από τον Νίκο Κούνδουρο για «Τα Τραγούδια της Φωτιάς» μαζί με εκείνη του Μίκη στο γήπεδο Καραϊσκάκη.

*Πληροφορίες από 902