Γυναίκα

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 03.04.19 ]

Με το φως της λάμπας διάβαζε στο περβάζι. Κι αφουγκραζόταν το αύριο. Κι η ξεραμένη κόρα του ψωμιού ήταν το καλύτερο γλύκισμα. Και μια πάνινη κούκλα το μόνο της παιχνίδι. Και κρεμούσε κεράσια για σκουλαρίκια. Κι έβαφε τα νύχια της με τα μούρα του καλοκαιριού. Κι έραβε καινούριο φουστάνι κάθε 15αύγουστο. Και παπούτσια φορούσε μόνο στις γιορτές. Και μάζευε αστέρια στην ποδιά της. Κι η ομορφιά του κόσμου ήταν στα μάτια της. Και λεηλατούσε τη βιβλιοθήκη στο σπίτι του δάσκαλου. Κι έγραφε σκόρπια στιχάκια στα τετράδιά της. Και στην τσάντα του σχολείου αποθήκευε όνειρα. Για σπουδές, καριέρα, ταξίδια.

Κι ύστερα γάμος, σπιτικό, παιδιά. Κι ένα προικώο διαμέρισμα από τη μαμά. Κι ένα μικρό εξοχικό στη θάλασσα. Έτοιμο το κουτί της ζωής της, στήθηκε. Την έκλεισε μέσα. Και δεν αναπνέει πια. Και μέσα της λιποτακτεί. Και τα μάτια της κουβαλάνε σιωπή. Κι η ζωή μια σκέτη κοροϊδία.