Βραζιλία: Κρίσιμες εκλογές

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 02.10.22 ]

Προεδρικές εκλογές, σήμερα, Κυριακή 2 Οκτωβρίου, στην Βραζιλία. Αντίπαλοι, ο νυν ακροδεξιός πρόεδρος Ζ. Μπολσονάρου και ο αριστερός πρώην πρόεδρος Luiz Inacio Lula da Silva, γνωστός ως «Λούλα». Η μονομαχία χαρακτηρίζεται ιστορική σε μια χώρα πολωμένη και ηλεκτρισμένη όσο ποτέ.

Την παραμονή των εκλογών, οι δημοσκοπήσεις δίνουν στην αριστερά μεγάλο προβάδισμα (Ο Λούλα θα έχει 50% των ψήφων έναντι 36% για τον Ζαΐρ Μπολσονάρου, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ινστιτούτου Datafolha), με πιθανότητα νίκης του ηγέτη του Εργατικού Κόμματος (PT) από τον πρώτο γύρο. 

Το θέμα, όμως, είναι τι θα συμβεί μετά τις εκλογές, καθώς ο Μπολσονάρου δεν έχει καμία πρόθεση να αποχωρήσει από την εξουσία, ανεξάρτητα από την ετυμηγορία στις κάλπες. 

Από την πλευρά του ο Λούλα έχει να αντιμετωπίσει τόσο τον Μπολσονάρου όσο και τους δεξιούς συμμάχους του, κυρίως τον Geraldo Alckmin, πρώην κυβερνήτη του Σάο Πάολο και ιστορικό ηγέτη του Βραζιλιάνικου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSDB), του συντηρητικού και νεοφιλελεύθερου σχηματισμού που κυριαρχούσε επί μακρόν στη βραζιλιάνικη δεξιά. (Εφόσον επικρατήσει ο Λούλα στις εκλογές, ο Alckmin θα γίνει αντιπρόεδρός του).

Τους πρώτους μήνες του περασμένου έτους, όλα έδειχναν ότι το Εργατικό Κόμμα(PT) του Λούλα θα προσανατολιζόταν στην οικοδόμηση ενός ευρύτερου αριστερού μετώπου, στη βάση ενός προγράμματος ρήξης με τον νεοφιλελευθερισμό. 

Όλα άλλαξαν μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου 2021, όταν το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε τις καταδίκες του Λούλα, ανοίγοντας τον δρόμο για την υποψηφιότητά του το 2022. Αυτή η απόφαση ερμηνεύτηκε από τα στελέχη του Εργατικού Κόμματος ως σημάδι ότι μπορεί να δημιουργηθεί μια φιλελεύθερη-αστική αντιπολίτευση στον εν ενεργεία πρόεδρο. Επίσης, η διάσπαση του συντηρητικού στρατοπέδου, που στήριξε την άνοδο του Μπολσονάρου στην εξουσία, καθιστά δυνατή την αλλαγή του προτάγματος των επερχόμενων εκλογών, που δεν θα είναι πλέον μια μάχη μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, αλλά μια αντιπαράθεση μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού. Μια γραμμή που βασίζεται τόσο στην διακυβέρνηση όσο και στην απειλή του Μπολσονάρου ότι δεν θα σεβαστεί τα αποτελέσματα των εκλογών του Οκτωβρίου. 

Σ’ αυτή την κατεύθυνση αποφασίσθηκε η συνεργασία με τον Alckmin, καθώς η συμμαχία μαζί του καθιστά δυνατή τη διάκριση της μάχης ενάντια στον μπολσοναρισμό –που είναι η προτεραιότητα– από αυτή εναντίον του νεοφιλελευθερισμού. Αυτός ο στόχος όμως υποβιβάζει την ιεράρχηση των δηλωμένων στόχων του Λούλα.  Γι' αυτό η αλλαγή στρατηγικής έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Τι θα κάνει ο Λούλα, όταν εκλεγεί; Δεν θα πάθει ότι και η Ρούσσεφ, που συμμάχησε με τον δεξιό (PMDB, δεξιά), τον Michel Temer, ο οποίος από τη θέση του αντιπροέδρου ενορχήστρωσε το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, που οδήγησε στην απόλυση της προέδρου; Ρωτούν στελέχη και μέλη του Εργατικού Κόμματος.

Ο Λούλα εξηγεί ότι οι νέοι του σύμμαχοι είναι τόσο αποδυναμωμένοι από τις προηγούμενες αυθαιρεσίες τους που θα μπορέσει να τους οδηγήσει «σέρνοντάς τους από τη μύτη» ακόμα και προκειμένου να ψηφίζουν μέτρα που θα υπονομεύουν τον νεοφιλελευθερισμό. Αλλά αν ο Λούλα κάνει λάθος και αποδειχθεί ότι οι συμμαχίες του τον κρατούν «όμηρο», «θα καταφέρει να αποτρέψει ένα μέρος της κοινωνικής του βάσης από το να ψάξει αλλού - προς την άκρα δεξιά, για παράδειγμα - για μια απάντηση στις οικονομικές του δυσκολίες;», σημειώνει ο Μπρένο Άλτμαν*.

 

*Le Monde diplomatique