Όλα πάνε καλά!

[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 02.12.20 ]

Το μεγαλοφυές στον καπιταλισμό έγκειται στο ότι, ως κοινωνικοπολιτικό σύστημα, ακολουθεί τους κανόνες της φύσης. Η εγγενής του δύναμη, η εν ενεργεία ουσία του, βρίσκεται ακριβώς εδώ, στο σημείο όπου ζητά από τα άτομα να φερθούν όπως ακριβώς και τα ζώα. Να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τη δύναμή τους, να προκόψουν, δίχως απαραίτητα να συμπονούν. Εξάλλου, “δεν περιμένουμε το φαγητό μας να προέλθει από την καλοσύνη του χασάπη, του ζυθοποιού ή του φούρναρη αλλά από τη μέριμνα για το προσωπικό τους συμφέρον” (Άνταμ Σμιθ).

Όπως, λοιπόν, στη φύση ξεκαθαρίζονται οι λογαριασμοί μεταξύ ζέβρας και λιονταριού, ας πούμε, όπως κατασπαράσσονται τα πετεινά του ουρανού από τα σαρκοβόρα αγρίμια, έτσι περίπου και στην ανθρώπινη ζωή ο ξύπνιος, ο καταφερτζής, μπορεί να απολαμβάνει περισσότερα. Και αν δεν κατατρώγει, μπορεί, τουλάχιστον, να εκμεταλλεύεται τον αδύναμο Άλλον.

Χωρίζονται έτσι οι ζωές ανάμεσα στις ζωές ανάξιες της ζωής, γερμανιστί Lebensunwertes Leben, και σ’ εκείνες τις άλλες, των πορφυρογέννητων, που τους έλαχε να γεννηθούν στο σωστό σπίτι, στη σωστή γειτονιά, στη σωστή χώρα.

Πρόκειται για μια βαρβαρότητα του ήθους: η ανθρωπινότητα ορίζεται από εξωγενείς παράγοντες -χρώμα, φυλή, ταξική καταγωγή- και μετριέται με μεζούρα ενώ τα δικαιώματα συνδέονται ευθέως και αναλόγως με τα όλα τα προηγούμενα.

Τα ευφυολογήματα του ζωγράφου Κώστα Τσόκλη, περί της διαλογής των “ταλαντούχων” μπροστά στο θάνατο, το εξ Αμερικής φάρμακο για τον Ιωάννη Λιάπη – Ιερώνυμο, αλλά και οι ποδηλατικοί περίπατοι του Κυριάκου Μητσοτάκη σ’ αυτή τη λογική εντάσσονται. Έτσι, άπαντες των προαναφερθέντων θεώρησαν απολύτως φυσικά όσα είπαν ή έκαμαν, αυτή δε ακριβώς τη φυσικότητα λόγων και έργων, ακολούθησε και το σύνολων των ΜΜΕ της συστημικής κανονικότητας.

Ένα ολόκληρο σύστημα τοποθετείται, όχι μοναχά πέρα και μακριά, αλλά εχθρικά απέναντι από την κοινωνία. Οι γονυκλισίες στον τουριστικό κολοσσό της TUI και το άνοιγμα του τουρισμού με τις Μητσοτάκειες φιέστες, αποτελούν στην πραγματικότητα μια βαθιά περιφρόνηση για το λαό που κατοικεί στην Ελλάδα. Οι πολιτικοί χειρισμοί της πανδημίας, από την υποδειγματική υστέρηση στη στελέχωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας έως την ολιγωρία στη λήψη περιοριστικών μέτρων, οδήγησαν σε ένα, προς ώρας αναποτελεσματικό, λοκ ντάουν και στην ολική καταστροφή πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αλλά το σχέδιο Πισσαρίδη προβλέπει έτσι κι αλλιώς δραστικό περιορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αφού “το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων λειτουργεί ανασταλτικά στην παραγωγικότητα και στις εξαγωγές”. Προβλέπει δηλαδή συσσώρευση των μέσων παραγωγής και κατά συνέπεια του κεφαλαίου, στα χέρια των ολίγων, επιδιώκοντας, σε απλά ελληνικά, να δημιουργήσει πιο πολλούς εργάτες για λιγότερα αφεντικά.

Η κατά Σουμπέτερ δημιουργική καταστροφή, για να αναγεννηθεί το σύστημα στη μετά πανδημία εποχή, είναι εδώ. Κι επειδή θα ήταν ανόητο να ισχυριστεί κανείς πως το δεύτερο κύμα τους έπιασε εν υπνώσει, εύλογο είναι το συμπέρασμα πως ουδόλως κόπτονται αν ο λαός στενάζει. Πολλά μπορούσαν: από την ανάληψη του μισθολογικού και του ασφαλιστικού κόστους των εργαζομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την ενίσχυση του ΕΣΥ, την επίταξη των ιδιωτικών κλινικών κι άλλα, αναδιανεμητικά. Αλλά τότε θα παραδέχονταν εμπράκτως την αδήριτη ανάγκη της λειτουργίας του προνοιακού κράτους, κόντρα στα κέρδη των ιδιωτών, ιδέα αντιθετική με τον πυρήνα των πολιτικών τους.

Οπότε, για τους ακροφιλελεύθερους, εν αντιθέσει με τους πληβείους, όλα πάνε καλά. Ίσως όχι ακριβώς βάσει του αρχικού σχεδίου, ίσως με κάποιες παραπάνω παράπλευρες απώλειες. Αλλά με ανοιχτή Βουλή και το λαό στα σπίτια του, για να περνάνε διαρκώς τα πλέον αντιδραστικά νομοθετήματα, η ωραία, χριστουγεννιάτικη, καπιταλιστική ατμόσφαιρα δεν διαταράσσεται.

Όλα πάνε καλά. Προς τούτο, το πρωθυπουργικόν ζεύγος, ορεξάτο, περιπατεί ανά τα όρη.