Dortoirs: Να μη γίνουν υπνωτήρια οι γειτονιές μας

[ Κώστας Κάππας / Ελλάδα / 22.07.19 ]

Ήμασταν στην Τζακάρτα της Ινδονησίας για δουλειά. Κάποιο βράδυ θελήσαμε να επισκεφθούμε το κέντρο της πόλης, για βόλτα, χάζεμα και φαγητό. Πήραμε ταξί, “downtown please!”. Ύστερα από αρκετή ώρα μας κατέβασε σε ένα απλωμένο σκοτεινό μέρος με αρκετά δέντρα και πράσινο και σε μικρή απόσταση διάσπαρτοι μερικοί ουρανοξύστες με φωτισμένα restaurants στον τελευταίο όροφο και πανάκριβα αμάξια στην είσοδο με μπράβους (έκαναν μπαμ από μακριά) οι οποίοι κάπνιζαν περιμένοντας βαριεστημένα. Βρίσαμε τον ταξιτζή (αφού είχε φύγει) με τα κομψότερα ελληνικά μας γιατί (όπως πιστεύαμε εκείνη την στιγμή) μας είχε κοροϊδέψει, φοβηθήκαμε να περπατήσουμε στην ερημιά και τελικά δειπνίσαμε πίσω στο ξενοδοχείο μας. Διηγηθήκαμε την “περιπέτειά” μας στο γκαρσόνι, το οποίο προς μεγάλη μας έκπληξη, μας διαβεβαίωσε ότι δεν μας εξαπάτησε ο ταξιτζής. Αυτό ήταν το “downtown”! Δεν υπήρχαν φώτα από μικρομάγαζα και πολυκοσμία, καθώς δεν υπήρχαν πελάτες να πάνε. Υπήρχαν λίγοι πάμπλουτοι που βολευόντουσαν με ελάχιστα privé restaurants. Από τον δέκατο όροφο του ξενοδοχείου μας όπου τρώγαμε, απολαμβάναμε (;) την θέα της σκοτεινής Τζακάρτας των 20.000.000 κατοίκων, σχεδόν όλων εξαθλιωμένων, με τα ελάχιστα διάσπαρτα φωτεινά σημεία, σαν πυγολαμπίδες…

Ήμασταν στην Βομβάη της Ινδίας για συνέδριο. Ίδιο σκηνικό. Μια μικρή βόλτα κάθε απόγευμα στην πρώην αγγλική συνοικία με την χαρακτηριστική αποικιοκρατική αρχιτεκτονική των φευγάτων αφεντικών και φαγητό μόνο στο ξενοδοχείο μας. Η θέα από το δωμάτιο, ίδια (μαύρη μαυρίλα) χωρίς πυγολαμπίδες αυτήν την φορά καθώς και η “αγγλική” συνοικία κατέβαζε ρολά με την δύση του ήλιου.

Ήμασταν στην Γαλλία για ειδικότητα. Τον πρώτο χρόνο στο Mirail στην Τουλούζη, τον δεύτερο χρόνο στην Romain ville, στα όρια της τρίτης ζώνης του Παρισιού. Και οι δύο συνοικίες (όπως και χιλιάδες άλλες, διάσπαρτες στην χώρα) αποκαλούντο περιφρονητικά “dortoirs” από τους Γάλλους. “Υπνωτήρια”. Δεν είχαν άδικο στην ουσία. Λαϊκά προάστια, πατρίδες του συνθήματος του Μάη του 68,“boulot–dodo–métro: assez!” (δουλειά–ύπνος –μετρό: φτάνει πια!). Λίγα τα χρήματα, λίγα τα περίπτερα, λίγα τα μικρομάγαζα, νέκρα το βράδυ. Στην άκρη του κάθε dortoirόπως και του δικού μας, ένα φωτεινό σύμπλεγμα, το “Centre Commercial”: σουπερμάρκετ, μαγαζιά, σινεμά, παγωτό και bowling σε μια στοά. Κάθε Σάββατο ήταν ιεροτελεστία. Ψωνίζαμε τα απαραίτητα, χαζολογάγαμε τις βιτρίνες, τα νέον και την πολυκοσμία και πίσω στην τηλεόραση. Η θέα από το διαμέρισμα HLM (Habitation à Loyer Modéré – Κατοικία Χαμηλού Ενοικίου) είχε στο σκοτεινό κάδρο μία μεγάλη πυγολαμπίδα μόνο, το “Centre Commercial”.

Είμαστε στην Αθήνα, στα Κάτω Πατήσια (αν το Πατήσια το κάνετε Κουκουβάουνες, Αιγάλεω, Ζαρουχλέικα, Κορδελιό, Μενεμένη ή Κοκκινιά δεν αλλάζουν και πολλά). Εδώ, με την κρίση, ο κόσμος μειώνει τα έξοδα. Δεν πάει πλέον εύκολα στο καθαριστήριο, στο μπακάλικο, στο κρεοπωλείο και στον φούρνο της γειτονιάς. Έκλεισε προχθές ένα κατάστημα ετοίμων ενδυμάτων δίπλα στο σπίτι των γονιών μου και σήμερα και το καθαριστήριο - μου το είχε προαναγγείλει από το καλοκαίρι ο Μανώλης. Δεν βγαίνει πέρα, αν και έδιωξε τον υπάλληλο. Στο τζάμι κολλήθηκε “ενοικιάζεται”. Δίπλα δεν κολλήθηκε ενοικιάζεται, μπήκε αλουμινένιο ρολό και έγινε ατομικό γκαράζ. Η γειτονιά που έπαιζα κάποτε, ερημώνει εμπορικά, έμειναν ελάχιστα ψιλικατζίδικα και ….αυξήθηκαν οι “επιδιορθώσεις υποδημάτων”. Οι δύο “πύργοι”(15όροφες πολυκατοικίες) του Αγίου Νικόλα που κάποτε ήταν ολόφωτοι με πάνω από 15 μικρομάγαζα στο ισόγειο, έχουν μείνει μόνο με τρία. Τα σουπερ μάρκετ καταβρόχθισαν την έτσι κι’ αλλιώς ισχνή πελατεία της υποβαθμισμένης γειτονιάς, οι πυγολαμπίδες σβήνουν μία – μία και τα Κάτω Πατήσια μετατρέπονται αργά αλλά σταθερά σε dortoir….

Το βλέπω να έρχεται, πανικοβάλλομαι και φωνάζω, σε όποιον θέλει να ακούσει. Το “είμαστε πάσει θυσία Ευρωπαίοι” (τρομάρα μας!) έχει δύο αναγνώσεις. Η κατάρρευση ενός λαού (εργατικός κόσμος, μικροαστοί και μεγάλο τμήμα αυτών που νομίζουν ότι είναι αστοί) οδηγεί σε αναπόφευκτο ρήγμα. Όπως στις Τζακάρτες και στις Βομβάες. Ακόμα και στο Lagos της Νιγηρίας, οι έχοντες δεν ανακατεύονται με την πλέμπα. Η συνοικία δίπλα στο διεθνές αεροδρόμιο της πόλης με κατοίκους απλά μη-εξαθλιωμένους, περιβάλλεται με τοίχος πολλών χιλιομέτρων και φυλάσσεται από security. Στην Μεγάλη Βρετανία με χίλιους τρόπους δεν ενθαρρύνονται οι βίζιτες, ιδίως των νέων, από τις “κακές” στις «καλές» συνοικίες αλλά και στο Κέντρο (ανυπαρξία οδικής επικοινωνίας μεταξύ “ασύμβατων” συνοικιών, έλεγχοι ταυτότητας με βάση χρώμα, υγεία και κόστος φορεσιάς, απαγορευτικές τιμές σε in κέντρα διασκέδασης και πολλά, πολλά, πολλά άλλα.

Εδώ στα μέρη μας, η “dortoirisation” (υπνωτηριοποίηση) των λαϊκών συνοικιών, όπως συμβαίνει ήδη παντού στην Ευρώπη, οδηγεί εκτός από την κοινωνική εξαθλίωση της ζωής μας και σε άνοδο της εγκληματικότητας και του ναζισμού. Αυτοί που κινούν τα νήματα εκτρέφουν άμεσα τον φασισμό και τους ναζί και έμμεσα την αλητεία, τις φτιαγμένες εξατμίσεις, τους υπερχειλισμένους σκουπιδοτενεκέδες, αλλά δεν τα θέλουν και στα πόδια τους! Μην τρελαθούμε κιόλας! Υπάρχουν συνοικίες–στομάχια που τα αλέθουν όλα. Οι λαϊκές!

Δεν θα κάνω υψηλή πολιτική. Απλά πράγματα. Να ενεργοποιήσουμε τις γειτονιές. Να γίνουμε φίλοι με τους γείτονες, να φτιάξουμε συλλόγους. Να αγωνιστούμε για πάρκα, ασφάλεια, καθαρό αέρα, καθαριότητα και ότι άλλο μπορούμε. Να μην αφήσουμε να κλείσουν τα μικρομάγαζα της γειτονιάς μας. Να πληρώσουμε κάτι παραπάνω ή να φάμε λιγότερο, αλλά να αποφύγουμε όσο μπορούμε τα μεγαθήρια καταναλωτικών αγαθών. Πληρώνουν ψίχουλα τους εργαζόμενους, τα προϊόντα τους μόνο ελληνικά δεν είναι, τα χρήματα που τους ακουμπάμε αποκτούν φτερά και φεύγουν για άγνωστους φορολογικούς παραδείσους. Να ανταμείψουμε την κυρά Μαρία για ψωμί, τον κυρ-Γιάννη για κρέας και τους κυρ-Νίκους για τα υπόλοιπα και να πάρουμε για bonus την καλημέρα, το χαμόγελο, την φωταψία του χώρου και της ψυχής μας. Να μην σβήσουμε τις πυγολαμπίδες της ζωής μας…