Πίσω απ’ τον λάκκο

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 28.12.22 ]

-Ήπιες καφέ το πρωί;

-Ναι.

-Το κατάλαβα. Σκέτο. Να βάζεις και λίγη ζάχαρη. Θα μου άρεσε περισσότερο.

Περπατάμε πλάι-πλάι. Χαλί τριζάτο τα φύλλα απ’ τις βελανιδιές. Πονάει στα πατήματά μας. Χορτάρι αλλού. Αλλού λάσπη. Γυμνά τα δέντρα. Ερωτευμένα. Ανίατα. Ως τις ρίζες. Οι καλαμιές χρυσίζουν. Φύλακες των μυστικών μας. Αργυρώνητοι. Εκείνη ακύμαντη. Γκαβή σαν την δικαιοσύνη. Κουφή επιπλέον. Να καθρεφτίζει τα βουνά, τον ουρανό. Να ανατρέπει για καλά του κόσμου την εικόνα. Φέρνει τα πάνω κάτω και τ’ ανάποδο. Εκείνη μόνη και γαλήνια. Αναλογίζεται το βάθος και τα ψάρια της και κάθε άλλη σκέψη αποτρέπει. Ίσως να ήτανε κρατήρας ηφαιστείου. Κάποιοι έτσι λένε. Κάτω από την ακύμαντη, γαλήνια επιφάνεια κοιμάται κι ονειρεύεται ένα θεριό. Αυτή το νανουρίζει. Πάνω στα φύλλα ακούγονται τα βήματά μας. Κάποια πουλιά (δεν είδα γερανούς, θα έχουν φύγει). Εντομάκια. Ο ήχος  των αυτοκινήτων που περνούν -αραιά και πού- από τον δρόμο. Μοιάζει τόσο μακρινός λες και τον φανταστήκαμε μονάχα. Δεν υπάρχει; Εκείνη δεν μας δίνει σημασία. Ο υδάτινός της όγκος ηρεμεί καθώς ο ήλιος της στέλνει χάδια τρυφερά κι εκείνη λάμπει. Αδιάφορη ολότελα. Αδρανής. Εμείς τη θέλουμε δική μας, όντας κτήμα της, όντας αιχμάλωτοί της. Λίγο τα μάτια μας ν’ ανοίγαμε θα βλέπαμε τα πτώματά μας να επιπλέουν. Είμαστε μόνοι. Αβαθείς και ταραγμένοι. Ακίνητοι στην αεικινησία μας. Σταθεροί. Περιδινούμενοι. Ακλόνητοι. Ερείπια. Δεν σκύβουμε. Ο ίλιγγος του αντικατοπτρισμού θα μας ρουφήξει. Κλέβουμε μόνο ομορφιά. Η μοναξιά μας αεράκι που περνάει μέσα από τις καλαμιές. Όλα τα δέντρα, ένα-ένα αγκαλιάζει. Αφήνει στα γυμνά κλαδιά φιλήματα και υποσχέσεις στα φτερά των κουνουπιών. Το φως γελάει χορεύοντας στην αγκαλιά της κι εκείνη μόνη και γαλήνια του χαρίζει τη δροσιά απ’ τα άγρια βάθη της. Κοιμάται από κάτω το θεριό και ονειρεύεται ότι πνιγόμαστε κι αυτό μας τρώει, δίχως να ξυπνήσει καν. Περπατάμε πλάι-πλάι και δεν ξέρουμε αν είμαστε δύο, τέσσερις, μια λεγεώνα ή μόνον ένας. Ένας μόνος που τον διάλεξε η λίμνη, έτσι, απλώς για να περάσει λίγο ευχάριστα για κάποιες απ’ τις ώρες της ατέλειωτης γαλήνης.

-Δεν βάζω ζάχαρη στον καφέ μου.  

-Δεν με νοιάζει. Δεν με μέλει. Δεν με κόφτει. Δεν μου καίγεται καρφί. Για τη ζάχαρη.