Κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας (Plagiarism)

[ Κώστας Κάππας / Ελλάδα / 02.03.24 ]

Η επιστήμη αποτελεί έναν τομέα ισχυρά επηρεαζόμενο από την λογική της σταδιοδρομίας. Ειδικά στον ιατρικό κόσμο και στην ακαδημαϊκή κοινότητα παρατηρείται ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ιατρών, φοιτητών, ερευνητών και μελών ΔΕΠ οι οποίοι θεωρούν ότι η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας δεν είναι και τόσο μεγάλο έγκλημα…

Αυτό το οποίο είναι ανησυχητικό δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η πράξη αλλά η στάση ενός όχι και αμελητέου ποσοστού ανθρώπων σε σχέση με αυτό. Οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι, η εξαπάτηση είναι μία κατάλληλη, πρόσφορη και αναπόφευκτη τακτική επιβίωσης σε έναν συνεχώς ανταγωνιστικότερο κόσμο.

Οι συνέπειες αυτής της νοοτροπίας και πρακτικής είναι ιδιαίτερα σοβαρές. Ειδικά στην Ιατρική, προκύπτουν βλάβες στην υγεία των ασθενών λόγω αμφιβόλου ποιότητος τεχνικές και σκευάσματα, αλλά και υπόπτων ερευνητικών συμπερασμάτων και αποτελεσμάτων. Ταυτόχρονα, συνιστά σοβαρή παραβίαση του νόμου αλλά και του Όρκου του Ιπποκράτη.

Όλοι οι ορισμοί της αγγλόηχης (με ελληνική ρίζα: πλαγίως, δολίως) μεν, διεθνούς έννοιας δε, “Plagiarism” (“Αμνησία Παράθεσης" / "Σύνδρομο Παραβλέψεως" / "Βιβλιογραφική Αμέλεια", συμφωνούν στο εξής:

Σε κάθε περίπτωση, Plagiarism είναι “Η ηθελημένη παραβίαση ή η σοβαρή αμέλεια τήρησης του κώδικα δεοντολογίας και του ακαδημαϊκού ήθους, με στόχο την κατασκευή μίας ψευδούς επιστημονικής εικόνας και αναγνώρισης ενός επιστήμονα.

Κίνητρα και λόγοι διάπραξης Plagiarism:

Προσωπικότητα του ατόμου, στέρεη επιστημονική γνώση, οικογενειακό / κοινωνικό περιβάλλον ή απλά άγνοια του κατάλληλου τρόπου αναφοράς πηγών, π.χ.:

Πίεση σταδιοδρομίας (οικογένεια, συνάδελφοι, καθηγητές, υποτροφίες, θέσεις εργασίας, κ.α.),

Επιστημονική ανεπάρκεια (επικέντρωση στα αποτελέσματα, όχι στην διαδικασία της έρευνας),

Έλλειψη γνώσης και ενημέρωσης (διεθνής βιβλιογραφία),

Προσωπικές φιλοδοξίες (έρευνα / εκπαίδευση εφαλτήριο καριέρας),

Διαθεσιμότητα Internet (“Searching vs. Researching”),

Νωθρότητα, ευκολία επινόησης, ιδιαιτερότητα Ιδρύματος, κ.α.

Η πράξη του “Plagiarism”, όπως θα δειχθεί στην συνέχεια, επεκτείνεται με πολλούς τρόπους και σε πολλά αντικείμενα:

Plagiarism: “Η παράνομη οικειοποίηση, σχεδόν πιστή ή πιστή αντιγραφή, ή ιδιοποίηση και δημοσίευση λόγων, σκέψεων, ιδεών, ή εκφράσεων άλλου συγγραφέα, χωρίς αναφορά της πραγματικής πηγής τους και παρουσίασης τους ως πρωτότυπων εργασιών άλλου προσώπου.”

Πρόκειται για τον πλέον κοινό τύπο επιστημονικής ανάρμοστης συμπεριφοράς. Τα όρια μεταξύ “plagiarism” και έρευνας συχνά είναι θολά, η δε αναγνώριση των πλέον κοινών τύπων “plagiarism” (ιδίως των ασαφών) συνιστά σημαντικό βήμα για την αποτελεσματική πρόληψή τους.

Όλοι οι κατωτέρω τύποι θεωρούνται “plagiarism”:

Χρήση της εργασίας άλλου προσώπου χωρίς αναφορά της πηγής,

Διενέργεια (κυριολεκτικά) κλοπής εργασίας,

Παρουσίαση ιδέας ή προϊόντος ως νέων και πρωτότυπων, ενώ προέρχονται από ήδη υπάρχουσα πηγή,

Παράλειψη τοποθέτησης εισαγωγικών σε παραπομπή / εδάφιο / χωρίο,

Αλλαγή των λέξεων αλλά αντιγραφή της δομής της πρότασης και του νοήματος χωρίς αναφορά της πηγής,

Αντιγραφή σημαντικών τμημάτων κειμένου από μία πηγή χωρίς καμμία διαφοροποίηση,

Αντιγραφή από πολλές, διαφορετικές πηγές και επιλογή προτάσεων ώστε να ταιριάζουν μεταξύ τους, ενώ διατηρείται η πρωτότυπη φρασεολογία,

Ασαφής αναφορά πηγών (references) ώστε να καθίσταται αδύνατος ο εντοπισμός τους στην διεθνή βιβλιογραφία,

Αναφορά του ονόματος του συγγραφέα για μία πηγή αλλά παράλειψη συμπερίληψης των στοιχείων της εργασίας (περιοδικό, τόμος, κ.α.),

Ορθές παραπομπές σε πηγές, πρόσθεση εισαγωγικών, παράφραση (“paraphrasing”), κ.α., αλλά ….. η εργασία δεν έχει καμμία πρωτοτυπία.

Συνήθως ΔΕΝ είναι “plagiarism”:

Χωρίς την άδεια του συγγραφέα αλλά με αναφορά της πηγής όταν αναπαράγεται τμήμα μίας εργασίας, με την προϋπόθεση ότι σκοπός της αναπαραγωγής είναι αποκλειστικά η διδασκαλία σε κάποιον εκπαιδευτικό οργανισμό. Προσοχή: δεν επιτρέπεται η αντιγραφή ολόκληρης της εργασίας ή βασικών τμημάτων της.

Για θέματα τα οποία είτε δεν είναι προϊόν έρευνας ενός μόνο ατόμου είτε θεωρούνται ως “κοινή γνώση” και δεν προστατεύονται πλέον από νόμους περί “copy-right”.

Όταν Επιστημονικές Ενώσεις και Οργανισμοί εκδίδουν συλλογικές ανυπόγραφες εργασίες με την προϋπόθεση ότι δεν πιστώνονται οι εν λόγω εργασίες ως πρωτότυπες για λογαριασμό συγκεκριμένου ατόμου.

Συμπερασματικά:

“Plagiarism”: αποτελεί μία πράξη απάτης. Είναι ταυτόχρονα κλοπή της πνευματικού μόχθου ενός επιστήμονα και ψέμματα στην συνέχεια.

“Plagiarism” θα πρέπει να αποφεύγεται πάση θυσία για δύο βασικούς λόγους:

Θεωρείται εξαιρετικά ατιμωτική και αισχρή πρακτική,

Μειώνει σημαντικά την ικανότητα αυτού που την διαπράττει να σκέπτεται κριτικά, να κρίνει ανεξάρτητα και να αναπτύσσει την δική του τεχνογνωσία και ικανότητες.

Υπάρχουν πολλές δημοσιεύσεις οι οποίες βοηθούν στην συγγραφή ενός άρθρου και στην αποφυγή κάθε μορφής επιστημονικής απάτης και ιδίως “plagiarism”. Εάν δεν να γράφετε μόνος σας ένα άρθρο θα πρέπει να πιστώνεται τον πραγματικό συγγραφέα. Με την παραμικρή αμφιβολία, παραθέστε αναφορές!

Αυτοπλαγιαρισμός (Self-plagiarism) ή Απάτη Ανακύκλωσης (Recycling Fraud): “Επαναλαμβανόμενη δημοσίευση μίας εργασίας, με ή χωρίς τροποποιήσεις, με διαφορετικούς τίτλους και/ή σε διαφορετικά επιστημονικά περιοδικά με σκοπό την πλαστή παρουσίασή της ως ανεξάρτητη, νέα και πρωτότυπη. Στην “αργκό” των εκδοτών περιοδικών αναφέρεται ως “τακτική σαλάμι”. Η έννοια “self-plagiarism” περιλαμβάνει επίσης την δημοσίευση του ίδιου άρθρου (ή τμήματος αυτού) σε άλλη γλώσσα.”

Η επαναχρησιμοποίηση σημαντικών, όμοιων ή σχεδόν όμοιων τμημάτων μίας εργασίας χωρίς αναφορά στην πρωτότυπη πηγή. Τα άρθρα αυτά αναφέρονται διεθνώς ως “duplicate” ή “multiple publications”. Εκτός από το ηθικό πρόβλημα, υπάρχει και θέμα νομιμότητος εάν το “copyright” της αρχικής εργασίας έχει μεταφερθεί σε άλλον Οργανισμό (π.χ. στον εκδότη του περιοδικού).

Για παράδειγμα:

Αυτούσια αντιγραφή της εργασίας και δημοσίευση σε περισσότερα του ενός περιοδικά. Παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων (copyright)”,

Τεμαχισμός της εργασίας (και διαμελισμός της έρευνας) σε πολλές δημοσιεύσεις,

Ανακύκλωση κειμένου (ο πλέον κοινός τύπος self-plagiarism: επανάχρηση ήδη δημοσιευμένης εργασίας περιλαμβάνοντας “σχεδόν ίδια μεθοδολογία, ανασκόπηση βιβλιογραφίας, συζητήσεις και άλλα παρόμοια ή ταυτόσημα κείμενα”,

Είναι κοινή πολιτική πολλών ερευνητών να επαναδιατυπώνουν και να αναδημοσιεύουν την δουλειά τους, προσαρμόζοντάς την στις απαιτήσεις των διάφορων ακαδημαϊκών περιοδικών, με στόχο την τεχνητή αύξηση του συνολικού έργου τους αλλά και την διοχέτευση της εργασίας τους στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό,

Αν και ο βαθμός σοβαρότητος διαφέρει, η πρόθεση παραπλάνησης είναι το τελικό ηθικό ολίσθημα: ο συντάκτης “δανείζεται" από την προηγούμενη δουλειά του, παραβιάζοντας την πολιτική των επιστημονικών περιοδικών τα οποία επιζητούν πρωτοτυπία για τις εργασίες οι οποίες κατατίθενται προς δημοσίευση. Ιδιαίτερα σοβαρή περίπτωση προκύπτει όταν ο κύριος συγγραφέας επαναχρησιμοποιεί (σε νέα δημοσίευση) το ήδη δημοσιευμένο υλικό του, συμπεριλαμβάνοντας ως συν-συγγραφείς άτομα τα οποία δεν είχαν συμμετάσχει στην αρχική εργασία.

Σε αυτήν την σοβαρή περίπτωση “self-plagiarism”: Ο κύριος συγγραφέας έχει διαπράξει 3 σοβαρές πράξεις απάτης:

αυτοπλαγιαρισμό (self-plagiarism),

δώρο η ιδιότητα του συγγραφέα (gift authorship),

παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων (copy-right infringement). Οι υποτιθέμενοι “συν-συγγραφείς” διέπραξαν:

πλαγιαρισμό (plagiarism), σε σχέση με τους αρχικούς συγγραφείς),

παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων (copy-right infringement),

παράλειψη επαλήθευσης αποτελεσμάτων άλλων συγγραφέων

Εν κατακλείδι:

"Self-plagiarism” δεν είναι ηθική πράξη αλλά ταυτόχρονα δεν αποτελεί κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας.

Υπό ορισμένες συνθήκες, “self-plagiarism δικαιολογείται, π.χ.:

“Η προηγούμενη εργασία θα πρέπει να συν-δημοσιευτεί εν μέρει, για να αποτελέσει την βάση μίας νέας ολοκληρωμένης εργασίας”, ή

“Τμήματα της προηγούμενης εργασίας πρέπει να επαναλαμβάνονται για να επανεξετάζονται και να επανατοποθετούνται στο φως των νέων δεδομένων ”.

Περιορισμένη επανάχρηση υλικού είναι νόμιμη και ηθικά αποδεκτή πρακτική.

Οι ερευνητές θα πρέπει να έχουν όρια στην επαναχρησιμοποίηση του δημοσιευθέντος ήδη υλικού και οφείλουν να τα καθορίζουν οι ίδιοι, αποφεύγοντας την ανακύκλωση.

Ορισμένα επιστημονικά περιοδικά διαθέτουν κώδικα δεοντολογίας και απαιτούν ρητή δέσμευση των συγγραφέων ότι δεν έχουν διαπράξει “self-plagiarism”

Fabrication: “Η δημοσίευση εσκεμμένα παραποιημένων ή ψευδών δεδομένων έρευνας.”

Συχνά υποδιαιρείται σε 5 κατηγορίες:

Συσκότιση/Αποσιώπηση/Παράλειψη δημοσίευσης αποτελεσμάτων (Obfuscation) – συνειδητή αφαίρεση και μη-δημοσίευση, επιλεκτική δημοσίευση ερευνητικών αποτελεσμάτων λόγω του ότι τα πλήρη αποτελέσματα είναι αντίθετα στα συμφέροντα του ερευνητή ή του χρηματοδότη (π.χ. δημοσίευση ωφελημάτων της θεραπείας και παράλειψη των παρενεργειών).

Επινόηση (Fabrication) – κατασκευή ερευνητικών δεδομένων και δημοσίευσή τους.

Παραποίηση (Falsification) – Χειρισμός ερευνητικών διαδικασιών & δεδομένων με στόχο την κατάληξη σε ένα συγκεκριμένο επιθυμητό αποτέλεσμα ή την αποφυγή του.

Αβάσιμες αξιώσεις (Bare Assertions) – κατασκευή εντελώς αβάσιμων υποθέσεων και συμπερασμάτων.

Ψευδείς αναφορές (Fake References) – παράθεση αναφορών οι οποίες είτε δεν στηρίζουν το επιχείρημα είτε είναι ψευδείς.

Η επιλεκτική δημοσίευση μόνο των αρεστών αποτελεσμάτων (επιβεβαίωση της αρχικής επιστημονικής υπόθεσης), εκτός από ανήθικη επιστημονικά πράξη, είναι εξαιρετικά πιθανόν να οδηγήσει σε παραπλανητικά συμπεράσματα με σοβαρότατες επιπτώσεις για την επιστήμη, την κοινωνία και τους ασθενείς.

Τονίζεται ότι η πρακτική αυτή θα πρέπει να τιμωρείται ποινικά και ηθικά, οι δε ερευνητές οφείλουν να διατηρούν πλήρη και λεπτομερή αρχεία της προόδου και των τελικών αποτελεσμάτων της έρευνάς τους για πιθανή επιβεβαίωση, διασφάλιση του copyright και προσωπική προστασία.

Δώρο - Ιδιότητα του Συγγραφέα (Gift Authorship): “Η απονομή της συγγραφικής ιδιότητος σε άτομα τα οποία δεν έχουν αξιόλογη συμβολή στην συγκεκριμένη έρευνα”.

Διαπράττεται συνήθως από “senior” ερευνητές. Οι ψευδο-συγγραφείς είναι:

επιστήμονες χωρίς εμπειρία στην συγγραφή και δημοσίευση άρθρων,

νέοι ερευνητές με στόχο την προώθηση της καριέρας τους,

άτομα τα οποία διασφαλίζουν την δημοσίευση του άρθρου λόγω ονόματος ή δημοσίων σχέσεων.

Σημείωση: Είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί η ιδιότητα του “συγγραφέα” ή η έννοια της “ουσιαστικής συμμετοχής". Οι συν-συγγραφείς είναι πιθανόν να κατηγορηθούν, εκτός της ανάρμοστης συμπεριφοράς και για παράλειψη επαλήθευσης δεδομένων παραχθέντα από άλλους.

Το Φάντασμα (The Ghost): “Το φαινόμενο όπου άλλο άτομο από το εμφανιζόμενο ως συγγραφέας, έχει πραγματοποιήσει το κύριο τμήμα της εργασίας”.

Συνήθως αφορά στην συμμετοχή (ή καθ’ ολοκληρίαν) συγγραφή άρθρου από φαρμακευτική εταιρεία, για λογαριασμό ενός επιστήμονα. Περιλαμβάνει ταυτόχρονα “plagiarism” και οικονομική ατασθαλία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι “ψευδο-συγγραφείς’ κατηγορούνται επιπλέον για ανήθικη επιστημονική συμπεριφορά και διότι παρέλειψαν να επαληθεύσουν τα επιστημονικά συμπεράσματα άλλων επιστημόνων ή από έναν εμπορικό χορηγό (commercial sponsor).

Κατάχραση (Misappropriation) δεδομένων και ιδεών άλλων ατόμων: “Κλοπή (κυριολεκτικά) της εργασίας και των αποτελεσμάτων άλλων ερευνητών και δημοσίευσή τους με τρόπο ώστε να εμφανίζεται ο υποκλέπτων ως ο συγγραφέας ο οποίος έχει πραγματοποιήσει όλη την εργασία και εξήγαγε τα συγκεκριμένα αποτελέσματα”.

Η οικειοποίηση των αποτελεσμάτων άλλων ερευνητών είναι πράξη ποινικά κολάσιμη σύμφωνα με τον νόμο περί προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων (copyrights protection):

Η προσωπική συμβολή του κάθε ερευνητή σε συλλογικό άρθρο θα πρέπει να αναφέρεται σαφώς.

Η σημαντική συμβολή ενός ερευνητή σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα θα πρέπει να αναγνωρίζεται στα διάφορα δημοσιεύματα του προγράμματος.

Όλα τα μέλη (ιδιαίτερα ο επικεφαλής) της ερευνητικής ομάδος οφείλουν να διασφαλίζουν την αναγνώριση της συνεισφοράς τρίτων στην έρευνα.

Προτείνεται ο συστηματικός γραπτός διακανονισμός των συμμετεχόντων σε μία έρευνα αλλά και του αριθμού, των ονομάτων και της σειράς εμφάνισης των συγγραφέων.

Νομοθετικές και Κανονιστικές Απαιτήσεις οι οποίες επηρεάζουν την έρευνα: “Παραβίαση εκείνων των κανονισμών και νόμων οι οποίοι διέπουν την προέλευση και την χρήση των οικονομικών πόρων, την εμπλοκή πειραματόζωων, εθελοντών, φαρμακευτικών ουσιών, , γονιδίων, νέων ιατρικών συσκευών, ή ραδιολογικές, βιολογικές και χημικές ουσίες.”

Βασικές Αρχές:

Η έρευνα πρέπει να διεξάγεται με απόλυτο σεβασμό α) στις αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και β) στο φυσικό περιβάλλον,

Οι ερευνητές δεσμεύονται από τις ακόλουθες Αρχές: προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων, , ισότητα, προστασία δημόσιας υγείας, προστασία παιδιών και κοινωνικά ευπαθών ομάδων και προστασία της βιοποικιλότητος,

Οι ερευνητές οφείλουν να ενημερώνουν τους πολίτες με υπεύθυνο τρόπο.

Κλινικές δοκιμές:

Οφείλουν να υπακούουν στις ηθικές Αρχές της κλινικής έρευνας, συμπεριλαμβάνοντας την έρευνα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, όπως ακριβώς έχουν νομοθετηθεί από Νόμους της Πολιτείας και Διεθνή Guidelines. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται στις κάτωθι απαιτήσεις:

Συνειδητή συγκατάθεση του ασθενούς,

Προστασία παιδιών και κοινωνικά ευπαθών ομάδων,

Προστασία συλλογής, επεξεργασίας και εχεμύθειας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Έρευνα η οποία αφορά σε:

Ανθρώπινα βιολογικά δείγματα:

Συνειδητή συγκατάθεση του δότη,

Προστασία συλλογής, επεξεργασίας και εχεμύθειας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων,

Ενημέρωση του δότη σχετικά με την πολιτική για την ιδιοκτησία των δειγμάτων (π.χ., Henrietta Lacks cells….).

Έμβρυο:

Συνειδητή συγκατάθεση του δότη,

Θα πρέπει να εναρμονίζεται με τον νόμο,

Προστασία συλλογής, επεξεργασίας και εχεμύθειας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Πειραματόζωα:

Η έρευνα επιτρέπεται μόνο εάν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση,

Ο αριθμός των ζώων θα πρέπει να είναι ο ελάχιστος απαραίτητος,

Ειδική φροντίδα για να μην υποφέρουν τα πειραματόζωα,

Η θανάτωση των πειραματόζωων, εάν είναι απαραίτητη, θα πρέπει να πραγματοποιείται χωρίς πόνο,

Οι συνθήκες διαβίωσης θα πρέπει να προσαρμόζονται, στα πλαίσια του εφικτού, στις συνθήκες φυσικού περιβάλλοντος του ζώου.

Χρηματοδότηση έρευνας:

Οι ερευνητές οφείλουν να γνωρίζουν και να αναφέρουν τις πηγές οι οποίες χρηματοδοτούν την έρευνά τους,

Όταν συζητείται μία συμφωνία χρηματοδότησης δεν επιτρέπεται να γίνονται αποδεκτοί όροι οι οποίοι θέτουν σε αμφισβήτηση την ελευθερία των ερευνητών να σχεδιάζουν, να διεξάγουν και να δημοσιεύουν την έρευνά τους.

Παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων (Copyright infringement): “Παραβίαση των δικαιωμάτων ενός δημιουργού ο οποίος κατέχει αυτά τα δικαιώματα: όταν πνευματικό υλικό το οποίο προστατεύεται από την νομοθεσία περί copyright, χρησιμοποιείται χωρίς σαφή συναίνεση του δημιουργού”.

Αναπαραγωγή, μετάφραση, προσαρμογή, αντιγραφή ολόκληρου βιβλίου, άρθρου, δοκιμίου, ή τμημάτων των προαναφερθέντων, χωρίς την σαφή συναίνεση του συγγραφέα απαγορεύεται από τον νόμο και αποτελεί ηθικό και ποινικό αδίκημα καθώς και σοβαρό επαγγελματικό πειθαρχικό παράπτωμα.

Οι συντελεστές ενός επιστημονικού έργου έχουν το δικαίωμα να αναφέρονται και να αναγνωρίζονται κατάλληλα σε οποιαδήποτε μετέπειτα δημοσίευση στηρίζεται στο έργο τους.

Εξαίρεση: Χωρίς φόβο να κατηγορηθεί κάποιος για “plagiarism” μπορεί ελεύθερα να δανειστεί από:

Κείμενα δημοσιευόμενα από Κυβερνητικές Πηγές,

Πηγές τύπου “τηλεφωνικός κατάλογος”, λίστα νοσοκομείων, κ.α.,

Γεγονότα τα οποία δεν θεωρούνται ως προϊόντα πρωτότυπης εργασίας,

Εργασίες τύπου “public domain” (αρκεί να αναφέρονται ορθά). Π.χ. έργα Shakespeare και Beethoven, φιλμ βωβού κινηματογράφου, νευτώνειος μηχανική και γενικά έργα των οποίων έχει λήξει η περίοδος προστασίας (copyright)

Image manipulation: “Οι ακόλουθες παρεμβάσεις στην εικόνα δεν επιτρέπονται: απόκρυψη πληροφοριών και/ή επιλογή τμήματος της εικόνας, αλλαγή φωτεινότητος και αντίθεσης.”

Ο τύπος επεξεργασίας ο οποίος επιτρέπεται εξαρτάται από το είδος της πειραματικής διαδικασίας και επιπλέον διαφέρει από περιοδικό σε περιοδικό. Γενικά οι ακόλουθες παρεμβάσεις δεν επιτρέπονται:

Συγκόλληση διαφορετικών σχημάτων / εικόνων ώστε να παρουσιάζονται ως μοναδικό πείραμα,

Αλλαγή φωτεινότητος και αντίθεσης ενός τμήματος μόνο της εικόνας,

Κάθε αλλαγή η οποία κρύβει μία πληροφορία (έστω και εάν θεωρείται ως “μη-ειδική”), η οποία περιλαμβάνει μεταβολή φωτεινότητος & αντίθεσης αφήνοντας μόνο το πιο έντονο σήμα,

χρήση “clone tools” για την απόκρυψη πληροφορίας,

Παράθεση μόνο ενός μικρού τμήματος της εικόνας ώστε οι υπόλοιπες (και συχνά ζωτικές) πληροφορίες να μην είναι ορατές.

Αποτυχία αξιολόγησης ερευνητικής εργασίας (Peer review failure): “Αποτυχία αξιολόγησης της εργασίας θεωρείται όταν ένα ήδη κριθέν άρθρο περιέχει έκδηλα θεμελιώδη λάθη τα οποία υπονομεύουν τουλάχιστον ένα από τα κύρια συμπεράσματα της. Η αξιολόγησης των κριτών δεν θεωρείται αποτυχημένη κατά την περίπτωση όπου οι συγγραφείς προβαίνουν σε εσκεμμένη απάτη”.

Υπόθεση εργασίας των “referees” για “peer review” επιστημονικού περιοδικού:

Το κρινόμενο άρθρο έχει γραφεί τίμια,

Η διαδικασία κρίσης δεν έχει σχεδιαστεί ούτε έχει στόχο την ανίχνευση απάτης. Οι κριτές συνήθως δεν έχουν πλήρη πρόσβαση στα δεδομένα από τα οποία προήλθε η κρινόμενη εργασία και είναι υποχρεωμένοι να εμπιστεύονται τους ισχυρισμούς των συγγραφέων. Δεν είναι εύκολο, πρακτικό και επιθυμητό για τους κριτές να αναπαράγουν την κρινόμενη εργασία (εκτός από ορισμένα

θεωρητικά δοκίμια). Ορισμένες φορές οι κριτές ανιχνεύουν πιθανές περιπτώσεις “plagiarism” και ενημερώνουν τον εκδότη του περιοδικού. Η πλειοψηφία των περιοδικών δεν διαθέτει μηχανισμό πρόληψης αποτυχίας κρίσης (“peer review failures”) και στηρίζεται στα “letters-to-the-editor“ για την διόρθωση σημαντικών σφαλμάτων των δημοσιευμένων άρθρων.

Ακατάλληλη συμπεριφορά σε σχέση με το plagiarism: Μη-θεμελιωμένες ή συνειδητές ψευδείς κατηγορίες για διάπραξη επιστημονικής απάτης. Παράλειψη αναφοράς γνωστής ή υποπτευόμενης αντι-επιστημονικής συμπεριφοράς. Παρακράτηση ή καταστροφή πληροφοριών σχετικά με καταγγελίες περί επιστημονικής απάτης. Εκδικητική συμπεριφορά έναντι ατόμων τα οποία συμμετείχαν στην καταγγελία ή/και στην έρευνα των υποθέσεων αυτών.

Παραθέσεις (Quotations), Παραφράσεις (Paraphrases), Συνόψεις (Summaries)

Υπάρχουν 3 κύριοι τρόποι για να ενσωματώσει σε κείμενο ένας συγγραφέας την εργασία (ή τμήματά της) ενός άλλου συγγραφέα (πάντοτε όμως αναφέροντας την αρχική πρωτότυπη πηγή):

Quotations: Μεταφορά της ακριβούς έκφρασης από το πρωτότυπο, στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία ο συντάκτης του κειμένου θεωρεί ότι, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας του πρωτότυπου κειμένου εκφράζει την συγκεκριμένη ιδέα/σκέψη είναι ο καταλληλότερος και ο πλέον αποτελεσματικός για τον αναγνώστη.

Paraphrasing: Όταν ο συντάκτης αποφασίζει να δανειστεί μία ιδέα από έναν συγγραφέα, αλλά δεν θέλει ή δεν χρειάζεται να παραθέσει την ακριβή έκφραση, συμπτύσσει, σε κάποιο βαθμό, την έκφραση αυτή.

Summarizing: Επιλέγοντας και συλλέγοντας τις κύριες ιδέες του πρωτότυπου κειμένου και παραθέτοντάς τες στο νέο κείμενο.

Quoting, paraphrasing & summarizing: δυναμικά εργαλεία τα οποία είναι ικανά να ανεβάσουν σημαντικά την ποιότητα ενός δοκιμίου. Προσθέτουν αξιοπιστία σε ένα κείμενο, παρέχοντας υποστήριξη στα συμπεράσματα από αξιόπιστες πηγές και από ήδη παραδεκτά δεδομένα και δίδοντας παραδείγματα από διάφορες οπτικές γωνίες του θέματος. Εάν αυτά τα εργαλεία δεν χρησιμοποιούνται κατάλληλα, τότε εύκολα εμπίπτουν στην κατηγορία της επιστημονικής υποκλοπής (plagiarism)

Συνίσταται η χρήση “quotations”, “paraphrases” και “summaries” να είναι διαδικασία των κάτωθι βημάτων (αναφέροντας πάντοτε τους αρχικούς συγγραφείς):

Ανάγνωση του πλήρους κειμένου, υποσημείωση των σημείων – κλειδιών και των κυρίων ιδεών.

Σύνοψη (Summarize) με δικά μας λόγια, ποια είναι η κύρια ιδέα του κειμένου.

Παράφραση (Paraphrase) σημαντικών (υποστηρικτικών στην κύρια υπόθεση) σημείων του κειμένου. Η παράφραση για να είναι σύννομη, θα πρέπει, η οποιαδήποτε αναδιατύπωση ύφους και γλώσσας να αφήνει ανέπαφο το αρχικό νόημα.

Ανίχνευση λέξεων, φράσεων και βραχέων προτάσεων οι οποίες είναι δυνατόν να παρατεθούν άμεσα. Οι παραθέσεις αυτές (“quotations” και παραφράσεις) θα πρέπει να συνοδεύονται από μικρή εισαγωγή η οποία θα εξηγεί τους λόγους επιλογής τους καθώς και σχόλια ή συμπεράσματα.

Εργαλεία αναζήτησης πολλαπλών δημοσιεύσεων, Ευθύνες και Συνέπειες

Εργαλεία αναζήτησης

Σύστημα ανίχνευσης “Déjà Vu” και ο αλγόριθμος ανάλυσης κειμένων “eTBLAST”,

WordCHECK (ανίχνευση plagiarism),

“The Plagiarism Resource Site”,

Σύγκριση και ανίχνευση ομοιοτήτων προγραμμάτων C, C++, Java, Pascal, κ.α.,

Google: Εντοπισμός φράσεων – κλειδιών σε ερευνητικά άρθρα. Ειδικά το “Google Directory” προτείνει πολυάριθμα links σχετικά με εργαλεία ανίχνευσης “plagiarism”,

Joint Information Systems Committee (JISC): Electronic Plagiarism Detection,

Λογισμικό εργαλείο “Turnitin.com” ( για φοιτητικά δοκίμια).

Δυστυχώς όμως, υπάρχουν πολυάριθμα προγράμματα τα οποία ισχυρίζονται ότι ανιχνεύουν “plagiarism” (και εξ’ ίσου πολυάριθμες ιστοσελίδες) αλλά εντοπίζουν μόνο εξόφθαλμες περιπτώσεις λέξη-κατά-λέξη αντιγραφής.

Εμπλεκόμενοι

Πληροφοριοδότες (“Whistleblowers”): Είναι πολύ δύσκολο για εκείνον ο οποίος επισημαίνει τέτοιους είδους απαράδεκτες συμπεριφορές να ενεργήσει, εκτός και εάν έχει την στήριξη από τον επαγγελματικό περίγυρο και το Ίδρυμα. Συχνά όμως τέτοιοι επιστήμονες ευρίσκονται συχνά εκτεθειμένοι σε πράξεις αντεκδίκησης με διάφορους τρόπους.

Ιδρύματα: Η εμπειρία αποδεικνύει ότι ορισμένες φορές μία ανήθικη επιστημονική συμπεριφορά (scientific misconduct) δεν αποτελεί μία απομονωμένη ατομική πράξη αλλά ενθαρρύνεται ή γίνεται ανεκτή από υψηλά ιστάμενους ακαδημαϊκούς. Τέτοιες συμπεριφορές και αμφίβολες έρευνες έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο Ίδρυμα αλλά και στους κριτές του περιοδικού.

Συγγραφείς: Έχουν πολλές υπευθυνότητες (έλεγχος ερευνητικών αποτελεσμάτων πριν αποσταλούν για δημοσίευση, αποφυγή plagiarism και self-plagiarism, διατήρηση δεδομένων για πιθανό έλεγχο, αποδείξεις ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων και ηθικά προβλήματα έρευνας.

Ποινές για Επιστημονική Ανάρμοστη Συμπεριφορά (“Scientific Misconduct”) και ιδίως για “Plagiarism”

Ακαδημαϊκά Ιδρύματα: Σε πολλές χώρες από την οπτική γωνία του Νόμου δεν αποτελεί σαφές αδίκημα. Είναι όμως εξαιρετικά σοβαρό ακαδημαϊκό ατόπημα με ανάλογες συνέπειες.

Copyright: Εάν η πράξη αφορά σε υλικό το οποίο προστατεύεται από το copyright ο υπεύθυνος διώκεται για την παραβίαση του νόμου αυτού.

Εύρεση εργασίας, βραβείο, χρήματα: Το αδίκημα τιμωρείται από τον ποινικό κώδικα.

Εκπαίδευση στην πρόληψη “Plagiarism”

Συνειδητοποίηση: Κατανόηση και ανάλυση των λόγων για τους οποίους καταφεύγει ένας ερευνητή σε “plagiarism”.

Ταυτοποίηση: Ταυτοποίηση των διαφόρων μορφών της πνευματικής αυτής ασθένειας

Ακαδημαϊκές διαλέξεις: Ενσωμάτωση διαλέξεων περί “plagiarism” αλλά και περί τεχνικών πρόληψής του.

Επίλογος: Γενικεύοντας την έννοια “Ηθική επιστημονική συμπεριφορά”:

Σεβασμός στους συναδέλφους. Σθεναρή έκφραση επιστημονικής γνώμης αλλά αποφυγής υποτιμητικών και επιθετικών σχολίων για το επιστημονικό, διδακτικό και ερευνητικό έργο των άλλων.

Η κατάχρηση και ανήθικη χρήση του ακαδημαϊκού ή/και ιατρικού status ενός ατόμου με σκοπό την πίεση ή/και τον εκβιασμό άλλων μελών της ακαδημαϊκής / ιατρικής κοινότητος να εκτελέσουν ή συνειδητά να παραλείψουν μία πράξη, εκφράσουν μία κρίση ή ψηφίσουν καθοδηγούμενοι, αποτελεί σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.

Οι επιστήμονες πρέπει να συμπεριφέρονται στο διοικητικό προσωπικό με τον μεγαλύτερο σεβασμό.

Όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητος οφείλουν να δεικνύουν σεβασμό στους φοιτητές ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητος, θρησκεύματος, κ.α. Η εκμετάλλευση των φοιτητών σε καθήκοντα εκτός των ακαδημαϊκών) με στόχο το προσωπικό όφελος, συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.

Οι επιστήμονες οφείλουν στην κοινωνική και ιδιωτική τους ζωή να μην εκμεταλλεύονται το ακαδημαϊκό / ιατρικό τους status με τρόπο ο οποίος εκθέτει το Ίδρυμά τους ή με στόχο να αποκτήσουν οφέλη μη-σχετικό τις επιστημονικές ικανότητές τους.