Η Οδύσσεια του Διαστήματος

[ Νίκος Πράντζος / Ελλάδα / 14.11.16 ]

Σαράντα χρόνια κλείνουν φέτος απο τις 21 Ιουλίου 1969 (σ.σ. το άρθρο έχει γραφεί το 2009), που ο Αμερικανός αστροναύτης Νηλ Αρμστρονγκ πραγματοποιούσε πάνω στη Σελήνη «ένα μικρό βήμα γι αυτόν, ένα γιγάντιο άλμα για την ανθρωπότητα». Το επίτευγμα αυτό του πληρώματος του διαστημοπλοίου Απόλλων 8 αποτελεί την κορύφωση της διαστημικής εποποιίας, που άρχισε με την εκτόξευση του Σπούτνικ απο του Σοβιετικούς το 1957. Ορισμένα από τα διαστημικά όνειρα της περιόδου εκείνης έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, τα πιο πολλά όμως εξακολουθούν να παραμένουν απρόσιτα ακόμη και σήμερα. Με αφορμή τη χρονιά που διανύουμε, αξίζει τον κόπο να δούμε την εξέλιξη της διαστημικής ουτοπίας από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας.

Θα πρέπει από την αρχή να τονιστεί ότι το όνειρο ενός «διαστημικού μέλλοντος» είναι αποκλειστικό προϊόν του 20ου αιώνα. Η ιδέα αυτή μπορεί να φανεί περίεργη, παίρνοντας υπόψη ότι περιγραφές διαστημικών ταξιδιών εμφανίζονται αρκετά νωρίς στην ιστορία της λογοτεχνίας. Από την αρχαιότητα ως την Αναγέννηση δεν είναι λίγοι οι συγγραφείς που στέλνουν τους ήρωες των έργων τους στη Σελήνη και σε άλλα ουράνια σώματα, όπως ο Λουκιανός στον «Ικαρομένιππο», ο Αριόστο στον «Μαινόμενο Ορλάνδο», ο Κέπλερ στο «Όνειρο», κλπ. Όμως το ουσιαστικό «κίνητρο» αυτών των φανταστικών ταξιδιών δεν είναι η εξερεύνηση του αγνώστου αλλά η κοινωνική κριτική. Όπως οι ουτοπιστές φιλόσοφοι (Τομάσσο Καμπανέλλα με την «Πολιτεία του Ήλιου», Τόμας Μουρ με την «Ουτοπία», κλπ.) έτσι και οι πρώτοι «βάρδοι» των διαστημικών ταξιδιών θέλουν να προτείνουν μια μορφή ιδανικής κοινωνίας, απαλλαγμένης από την αδικία και τη μιζέρια. Απλά οι μεν τοποθετούν την ουτοπική τους κοινωνία στον ουρανό ενώ οι δε καταφέρνουν να βρουν κάποιο ανεξερεύνητο μέρος στην επιφάνεια της Γης για να εγκαταστήσουν τις ιδανικές τους πολιτείες. Κυρίαρχη θέση ανάμεσα στους ουτοπιστές κατέχει ο Άγγλος Francis Bacon (Φραγκίσκος Βάκων). Στο βιβλίο του «Καινούρια Ατλαντίδα» που γράφτηκε το 1627, ο ήρωας διασχίζει τον ωκεανό και ανακαλύπτει έκθαμβος τα τεχνολογικά επιτεύγματα της χώρας Μπενσαλέμ, υποβρύχια, αεροπλάνα και διαστημόπλοια. Η κοινωνία είναι οργανωμένη γύρω από το εμπόριο, την επιστήμη και την τεχνολογία και όλοι οι κάτοικοί της επωφελούνται από την πρόοδο σε αυτούς τους τομείς.

Η ιδέα ότι η επιστήμη μπορεί να αποφέρει υλικά οφέλη αν απαλλαγεί από την τροχοπέδη του θρησκευτικού δογματισμού ανήκει στον Bacon. Μπορεί να φαίνεται προφανής σήμερα, αλλά για τον 17ο αιώνα ήταν σίγουρα επαναστατική. Η περίφημη φράση του Bacon «Γνώση = Δύναμη» αποδίδει περίφημα την ουσία του τεχνολογικού πολιτισμού μας. Το έργο του Bacon άσκησε τεράστια επίδραση στο Δυτικό κόσμο, αλλά τα αποτελέσματά της άργησαν να εκδηλωθούν γιατί η εξέλιξη της κοινωνίας ήταν ακόμη πολύ αργή. Για πολλές γενιές μετά την Αναγέννηση, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να ζουν και να εργάζονται με τρόπο που ελάχιστα διέφερε από τον αντίστοιχο των προγόνων τους. Ήταν πολύ δύσκολο στις συνθήκες αυτές να ονειρευτεί κανείς ένα μέλλον διαφορετικό από το παρόν, και ακόμη δυσκολότερο ένα μέλλον «διαστημικό». Μόλις στον 19ο αιώνα, χάρη στη βιομηχανική επανάσταση, μπόρεσαν οι άνθρωποι να δουν τον κόσμο γύρω τους να αλλάζει αισθητά στη διάρκεια μιας ανθρώπινης ζωής. 1 Από τη στιγμή αυτή γίνεται δυνατή η προβολή στο μέλλον και ο οραματισμός ενός κόσμου αλλαγμένου από τον άνθρωπο χάρη στις εφαρμογές της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Ο Αλμπέρ Ρομπιντά και ο Ιούλιος Βερν στη Γαλλία, ο Χέρμπερτ Τζωρτζ Γουέλς στην Αγγλία και πολλοί άλλοι, είναι τα «παιδιά» αυτού του αιώνα της ατμομηχανής και του ηλεκτρισμού. Ειδικά ο Βερν και ο Γουελς ξαναφέρνουν στην επικαιρότητα τα διαστημικά όνειρα του παρελθόντος, μέσα σε ένα πλαίσιο πιο «μοντέρνο» και συμβατό με την τεχνολογική ανάπτυξη της εποχής. Παρά τις προσπάθειές τους όμως, οι πρόδρομοι αυτοί της επιστημονικής φαντασίας δεν καταφέρνουν να προτείνουν πειστικές λύσεις για τη μεταφορά του ανθρώπου στο διάστημα. Στο βιβλίο του «Από τη Γη στη Σελήνη» ο Βερν προτείνει την εκτόξευση του πληρώματος με ένα τεράστιο κανόνι, την περίφημη «Κολομβιάδα» (κάτι που στην πραγματικότητα θα σκότωνε ακαριαία τους επιβάτες από την τρομακτική επιτάχυνση και την υπερθέρμανση απο την τριβή με την ατμόσφαιρα), ενώ στο έργο του «Οι Πρώτοι Άνθρωποι στη Σελήνη» ο Γουελς επινοεί ένα υλικό με απίθανες αντι-βαρυτικές ιδιότητες, τον «καβορίτη». Για να γίνει το όνειρο πραγματικότητα χρειαζόταν ένας άλλος δρόμος.

Ο πρώτος που τελικά βρίσκει τα «κλειδιά» που θα ανοίξουν τις πύλες του διαστήματος στον άνθρωπο είναι ο Ρώσος Κωνσταντίνος Τσιολκόφσκι, δάσκαλος στο μικρό χωριό Καλούγκα, κοντά στη Μόσχα. Ο Τσιολκόφσκι καταλαβαίνει ότι το μόνο μέσο που επιτρέπει τη μετακίνηση στο διαστημικό κενό είναι ο πύραυλος, που βασίζεται στην αρχή «δράση = αντίδραση» του Νεύτωνα, και το 1895 διατυπώνει την περίφημη εξίσωση της πυραυλικής κίνησης. Εισηγείται ακόμη την ιδέα υγρών καυσίμων για τους πυραύλους, ειδικών στολών για την αντιμετώπιση των αντίξοων συνθηκών του διαστήματος (κενό, ψύχος), καθώς και την ιδέα πολυώροφων πυραύλων. Όμως ο Τσιολκόφσκι είναι κύρια ένας οραματιστής: τα διαστημικά ταξίδια είναι για αυτόν το μέσο και όχι ο σκοπός. Σε μια σειρά έργων του, με αποκορύφωμα το «Όνειρα του Ουρανού και της Γης» (γραμμένο το 1907), οραματίζεται την κατασκευή διαστημικών αποικιών σε τροχιά γύρω από τη Γη, την χρήση της ηλιακής ενέργειας για την πυραυλική προώθηση και για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών μας γενικότερα, την εκμετάλλευση των υλικών των αστεροειδών κλπ. Η έξοδος του ανθρώπου στο διάστημα είναι κατά τη γνώμη του αναπόφευκτη και θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας εποχής για το ανθρώπινο είδος. Την πίστη του αυτή αποδίδει η πασίγνωστη φράση του «η Γη είναι το λίκνο της ανθρωπότητας, αλλά κανείς δεν περνάει όλη του τη ζωή στο λίκνο του». Χάρη στους προμηθεϊκούς οραματισμούς του, που συμφωνούν με την ιδέα του «νέου ανθρώπου» της μπολσεβίκικης επανάστασης, ο Τσιολκόφσκι εκλέγεται μέλος της σοβιετικής ακαδημίας επιστημών το 1918 και γνωρίζει δόξες και τιμές ως το θάνατό του το 1935. Θεωρείται γενικά σαν ο θεμελιωτής της επιστήμης της αστροναυτικής.

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου η διαστημική ουτοπία καλλιεργείται από δυο επιφανείς εκπροσώπους της επιστημονικής και μαρξιστικής διανόησης στη Βρετανία, τον φυσικό Τζών Μπέρναλ και τον βιολόγο Τζών Μπέρτον Σάντερσον Χαλνταίην. Πιστεύοντας ότι οι φυσικές επιστήμες, συνδυασμένες με μια «επιστημονική» θεωρία της κοινωνίας (τον μαρξισμό), πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να αλλάξουν τον κόσμο, οι δυο διανοητές προτείνουν τα δικά τους οράματα για το απώτερο μέλλον της ανθρωπότητας, στα οποία κυρίαρχο ρόλο παίζει το διάστημα. Στο περίφημο βιβλίο του «Ο Κόσμος, η Σάρκα και ο Διάβολος» (1927) ο Μπέρναλ οραματίζεται την μελλοντική εξάπλωση του είδους μας στο Γαλαξία μέσα σε τεράστια διαστημόπλοια, πραγματικές μικρογραφίες του «διαστημόπλοιου Γη», που θα μεταφέρουν δεκάδες χιλιάδες επιβάτες το καθένα. Στο διήγημα του «Η Τελική Κρίση» ο Χαλνταίην προβλέπει τον εποικισμό της Αφροδίτης από ανθρώπους με γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, προσαρμοσμένους στις εχθρικές συνθήκες του αδελφού-πλανήτη μας. Όχι μόνο οι φυσιολογικές αλλά και οι διανοητικές και οι ψυχολογικές ιδιότητες των εποίκων τροποποιούνται, έτσι ώστε η κοινωνία της Αφροδίτης να μοιάζει περισσότερο με μια κοινωνία δυο μυρμηγκιών όπου το συμφέρον του ατόμου υποτάσσεται «αβίαστα» στο υπέρτερο συμφέρον του είδους. Οι ιδέες του Τσιολκόφσκι, του Μπέρναλ, του Χαλνταίην και του Γουέλς (που ήταν επίσης διακεκριμένη μορφή του σοσιαλιστικού κινήματος) επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τους οραματισμούς για το διαστημικό μέλλον της ανθρωπότητας.

Σε πρακτικό επίπεδο όμως, κινητήριος μοχλός προόδου υπήρξε ο πόλεμος, «πατήρ πάντων» κατά τον Ηράκλειτο. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940 ο 30χρονος Βέρνερ φον Μπράουν, στηριγμένος στα σχέδια του συμπατριώτη του Χέρμαν Όμπερθ (γνώστη και θαυμαστή του έργου του Τσιολκόφσκι) κατασκευάζει για τη χιτλερική Γερμανία τους πυραύλους V2 στη μυστική βάση του Πεενεμούντε. Μερικές χιλιάδες V2 πέφτουν στη Βρετανία και τρομοκρατούν τους κατοίκους της αλλά ευτυχώς δεν καταφέρνουν να αναστρέψουν τη ροή του 2ου Παγκοσμίου πολέμου. Με τη λήξη του πολέμου, ο φον Μπράουν και οι περισσότεροι συνεργάτες του μεταφέρονται στις Η.Π.Α. και οι υπόλοιποι στη Σοβιετική Ένωση, για να συμβάλουν στην ανάπτυξη των πυραυλικών συστημάτων των δυο υπερδυνάμεων. Μέσα στα πλαίσια του Ψυχρού πολέμου οι πύραυλοι χρησιμεύουν ταυτόχρονα σαν απειλητικά υπερόπλα (ικανά να εκτοξεύσουν πυρηνικές βόμβες στο έδαφος του αντιπάλου) και σαν σύμβολα τεχνολογικής υπεροχής στον ανταγωνισμό για την κατάκτηση του διαστήματος. Στον αγώνα αυτό οι Σοβιετικοί κάνουν την καλλίτερη εκκίνηση, χάρη στις ικανότητες του θρυλικού Σεργκέϊ Κορολιώφ (το όνομα του οποίου κρατήθηκε μυστικό από ολόκληρο τον κόσμο μέχρι το θάνατο του το 1966). Καταφέρνουν έτσι να στείλουν τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο (Σπούτνικ, 1957) και τον πρώτο άνθρωπο (Γκαγκάριν, 1961) σε τροχιά γύρω από τη Γη.

Όμως οι Αμερικανοί δεν αργούν να αντιδράσουν και ο πρόεδρος Τζών Φ. Κέννεντυ αναγγέλλει το 1961 το περίφημο πρόγραμμα Απόλλων, ο στόχος του οποίου επιτυγχάνεται οχτώ χρόνια αργότερα: στις 21 Ιουλίου 1969 ο Νηλ Αρμστρονγκ πραγματοποιεί τα όνειρα του Λουκιανού, του Αριόστο και τόσων άλλων, αφήνοντας το αποτύπωμα του πάνω στη Σελήνη (και στην ιστορία). Οι δεκαετίες του 1950 και του 1960 αποτελούν τη χρυσή εποχή των διαστημικών οραματισμών. Μέσα σε μια δεκαετία ο άνθρωπος καταφέρνει να δαμάσει την πυρηνική ενέργεια και να κατασκευάσει πυραύλους και ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Η τεχνολογική αυτή «έκρηξη» τροφοδοτεί τις μεγαλύτερες ελπίδες, τα πιο τρελά όνειρα για ένα λαμπρό μέλλον της ανθρωπότητας στο διάστημα. Η καλλίτερη περιγραφή αυτού του μέλλοντος βρίσκεται αναμφισβήτητα στη «μυθική» ταινία επιστημονικής φαντασίας «2001, η Οδύσσεια του Διαστήματος», που γυρίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Στο αριστούργημα αυτό του σκηνοθέτη Στάνλευ Κιούμπρικ και του συγγραφέα Άρθουρ Κλαρκ περιγράφονται με εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς και επιστημονικής ακρίβειας όλα τα θαυμαστά διαστημικά επιτεύγματα που οι ονειροπόλοι της δεκαετίας του ’60 περίμεναν από τον 21ο αιώνα: επανδρωμένοι διαστημικοί σταθμοί σε τροχιά γύρω από τη Γη, βάσεις στη Σελήνη, διαπλανητικά ταξίδια με πανίσχυρα διαστημόπλοια προωθούμενα με πυρηνική ενέργεια, «έξυπνοι» ηλεκτρονικοί υπερυπολογιστές, κλπ. Όμως, στα 48 χρόνια που πέρασαν από την πρεμιέρα της ταινίας, τον Ιούνη του 1968, ελάχιστη πρόοδος σημειώθηκε σε όλους αυτούς τους τομείς.

Είναι αλήθεια ότι εκατοντάδες τεχνητοί δορυφόροι περιστρέφονται σήμερα γύρω από τον πλανήτη μας, επιτελώντας ένα πλήθος λειτουργιών. Η παρατήρηση της Γης (τηλεπισκόπηση) επιτρέπει την πρόβλεψη του καιρού, τον εντοπισμό πρώτων υλών (π.χ. κοιτασμάτων πετρελαίου ή μετάλλων), την παρακολούθηση της πορείας φυσικών και ανθρωπογενών φαινομένων (κυκλώνες, πυρκαγιές, εντατική υλοτόμηση τροπικών δασών, ερημοποίηση, τρύπα του όζοντος, τήξη πολικών πάγων κλπ.) . Η μεταβίβαση ραδιοκυμάτων από και προς κάθε σημείο της Γης επιτρέπει την άμεση σύνδεση του συνόλου του παγκόσμιου πληθυσμού 3 (τηλεόραση, τηλεπικοινωνίες) και τον ακριβή εντοπισμό οποιουδήποτε οχήματος (με σημαντικές επιπτώσεις στις αεροπορικές, θαλάσσιες και χερσαίες συγκοινωνίες). Τέλος, είναι γνωστός ο ρόλος των κατασκοπευτικών δορυφόρων στο διεθνές στρατηγικό και γεωπολιτικό «παιχνίδι». Είναι αδύνατο να φανταστούμε το σημερινό, τεχνολογικό πολιτισμό μας χωρίς την ύπαρξη των εκατοντάδων επιγόνων του Σπούτνικ. Κι ωστόσο, τα «μάτια» των δορυφόρων αυτών είναι συνεχώς στραμμένα προς το «εσωτερικό διάστημα», τον πλανήτη μας, και όχι προς το εξωτερικό διάστημα που ονειρεύονταν ο Τσιολκόφσκι και ο φον Μπράουν. Είναι πολύ λίγες οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τη μεταφορά αστροναυτών στο κοντινό διάστημα (με το Διαστημικό λεωφορείο, προς το Διεθνή διαστημικό σταθμό), και έχουμε ουσιαστικά παραιτηθεί από τα σχέδια επιστροφής στη Σελήνη ή ταξιδιού στον Άρη.

Το μεγάλο εμπόδιο στο λαμπρό διαστημικό μέλλον που φανταζόμαστε στη δεκαετία του 1960 είναι η αδυσώπητη βαρυτική έλξη της Γης. Για να την υπερνικήσουν οι πύραυλοι (και το Διαστημικό λεωφορείο της ΝΑΣΑ) χρειάζονται χιλιάδες τόνους χημικών καυσίμων, με αποτέλεσμα το κόστος μεταφοράς ενός κιλού ωφέλιμου φορτίου σε τροχιά γύρω από τη Γη να ανέρχεται σε είκοσι χιλιάδες δολάρια. Με άλλα λόγια, μας χρειάζεται ένα μεταφορικό μέσο πολύ φτηνότερο και λιγότερο επικίνδυνο από τους κλασικούς πυραύλους μόνο και μόνο για να μπορέσουμε να βγούμε στην άμεση διαστημική «γειτονιά» μας. Έτσι, το 1960 ο σοβιετικός μηχανικός Γιούρι Αρτσουτάνοφ προτείνει τη χρήση ενός γιγάντιου καλωδίου μήκους 36 000 χιλιομέτρων για τη σύνδεση ενός σημείου του ισημερινού της Γης με ένα «γεωστατικό» δορυφόρο (που γυρίζει γύρω από τη Γη σε 24 ώρες και σε ύψος 36 000 χιλιομέτρων, μένοντας συνεχώς πάνω από τον ίδιο τόπο). Γλιστρώντας κατά μήκος αυτού του διαστημικού ασανσέρ με υπερηχητική ταχύτητα, εκατοντάδες θαλαμίσκοι θα μετέφεραν σε μερικές ώρες ανθρώπους και φορτία σε γεωστατική τροχιά χρησιμοποιώντας ηλιακή ενέργεια για την κίνησή τους.

Μοναδικό πρόβλημα αυτής της ιδέας είναι ότι το καλώδιο θα έπρεπε να κατασκευαστεί από υλικά εκπληκτικής ελαφρότητας και αντοχής, που προς το παρόν δεν υπάρχουν. Το πιο δημοφιλές και τεκμηριωμένο σχέδιο της δεκαετίας του 1960 αφορά την κατασκευή διαστημικών αποικιών σε τροχιά γύρω από τη Γη. Ο αμερικανός φυσικός Τζέραλντ Ο’Νήλ και οι φοιτητές του τού πανεπιστημίου του Πρίνστον παρουσιάζουν το 1968 λεπτομερή σχέδια αυτών των αποικιών: δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούν όχι μόνο να εργάζονται αλλά και να ζουν μόνιμα μέσα σε τεράστιες κυλινδρικές κατασκευές μήκους πολλών χιλιομέτρων, εφοδιασμένες με τεχνητές βιόσφαιρες (κλειστά, αυτόνομα συστήματα που περιλαμβάνουν ατμόσφαιρα, χλωρίδα, πανίδα και τεχνητή βαρύτητα). Αυτές οι «διαστημικές νησίδες» θα επέτρεπαν στους κατοίκους τους να ζουν σε αυτάρκεια και με τους δικούς τους νόμους, μακριά από την εξουσία των καθεστώτων της Γης και τη μόλυνση των γήινων πόλεων. Κατά κάποιο τρόπο, αποτελούν την απάντηση της φυσικής του 20ου αιώνα στις προτάσεις ουτοπικών κοινωνιών των στοχαστών του παρελθόντος.

Ο υπεραισιόδοξος Ο’Νήλ εκτιμά ότι η κατασκευή της πρώτης αποικίας θα μπορούσε να ολοκληρωθεί στη δεκαετία του 1980 και ότι το κόστος της δεν θα υπερέβαινε αυτό του προγράμματος Απόλλων, που άγγιξε τα 100 δις. δολλάρια. Όμως, μόλις το 1998 και για ένα παρόμοιο κόστος η ΝΑΣΑ αρχίζει την κατασκευή του Διεθνούς διαστημικού σταθμού, που συνεχίζεται ακόμη και που θα μπορεί να φιλοξενεί για μικρά σχετικά διαστήματα έξη αστροναύτες το πολύ, σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας… Αλλά γιατί να πάει να ζήσει κανείς έγκλειστος σε τεχνητούς διαστημικούς παράδεισους τη στιγμή που μπορεί να εγκατασταθεί στην επιφάνεια ενός πλανήτη; Είναι αλήθεια ότι η Σελήνη, ο Άρης και η Αφροδίτη είναι σχεδόν το ίδιο αφιλόξενοι με τον άδειο διαστημικό χώρο, αλλά θα μπορούσαμε ίσως να τροποποιήσουμε τις συνθήκες στην επιφάνειά τους ώστε 4 να την καταστήσουμε κατοικήσιμη από τον άνθρωπο. Πρόκειται για την ιδέα της γεωποίησης (terraforming), λέξη που επινοήθηκε από τον αμερικανό συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Τζακ Γουίλιαμσον το 1942. Ο Άρης είναι αυτός που κάνει τους επιστήμονες να ονειρεύονται, γιατί είναι το μόνο αντικείμενο του Ηλιακού συστήματος που φαίνεται ότι μπορεί πράγματι να γεωποιηθεί.

Για να το πετύχουμε, «αρκεί» σε μια πρώτη φάση να πυκνώσουμε και να θερμάνουμε την τωρινή κρύα και αραιή ατμόσφαιρά του με δισεκατομμύρια τόνους αερίων που προκαλούν το γνωστό «φαινόμενο θερμοκηπίου» (όπως το διοξείδιο του άνθρακα, που υπάρχει άφθονο στους παγωμένους πόλους του κόκκινου πλανήτη). Στη συνέχεια, θα πρέπει να εμπλουτίσουμε την ατμόσφαιρα με οξυγόνο εισάγοντας τεράστιες ποσότητες από ανθεκτικά, πρωτόγονα φυτά που δεσμεύουν το διοξείδιο του άνθρακα και εκλύουν οξυγόνο. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά μακροπρόθεσμο σχέδιο, γιατί η εκτέλεσή του θα χρειαστεί τουλάχιστο μερικές χιλιετίες, σύμφωνα με τις πιο τεκμηριωμένες εκτιμήσεις. Θα είχαμε όμως στη διάθεσή μας μια δεύτερη Γη, σημαντικό όφελος στην περίπτωση που η πρώτη καταστρέφονταν από αίτια φυσικά (σύγκρουση με μεγάλο αστεροειδή) ή τεχνητά (πυρηνικό ή βιολογικό ολοκαύτωμα)…

Αυτά τα μεγαλεπήβολα σχέδια μας κάνουν να ονειρευόμαστε, όμως οι ενδεχόμενοι επενδυτές, από τον ιδιωτικό ή το δημόσιο τομέα, έχουν ανάγκη από σχέδια που να αποφέρουν ουσιαστικό κέρδος σε μικρό σχετικά χρονικό διάστημα. Το 1968 ο βαρόνος Χίλτον, ιδρυτής της γνωστής αλυσίδας ξενοδοχείων, ονειρεύεται την κατασκευή διαστημικών ξενοδοχείων σε τροχιά γύρω από τη Γη. Σπορ σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας και περίπατοι στο διάστημα θα είναι μερικές από τις ατραξιόν που θα προτείνονται στους πελάτες. Ο αμερικανός μηχανικός Ντάντριτζ Κόουλ ξαναπιάνει το 1964 μια παλιά ιδέα του Τσιολκόφσκι και προτείνει την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου των αστεροειδών, αυτών των γιγάντιων βράχων που περιφέρονται στο Ηλιακό μας σύστημα. Τα πτητικά υλικά τους (υδρογόνο, άζωτο, οξυγόνο) θα χρησίμευαν σαν χημικά καύσιμα στους πυραύλους μας και στις τεχνητές βιόσφαιρες των διαστημικών αποικιών μας, ενώ τα βαριά μέταλλα (σίδηρος, νικέλιο, κοβάλτιο, αλουμίνιο, τιτάνιο, κλπ.) θα χρησίμευαν για την βιομηχανία της Γης και για τις διάφορες διαστημικές κατασκευές. Η εμπορική αξία ενός μέσου μεγέθους αστεροειδούς, διαμέτρου ενός χιλιομέτρου, εκτιμάται σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια. Για την αποτελεσματική εκμετάλλευσή τους θα χρειαζόταν να μετακινήσουμε τα αντικείμενα αυτά σε περίγεια τροχιά, κάτι που θα δημιουργούσε και θέσεις εργασίας σε καινούρια επαγγέλματα, όπως αυτό του «αστρο-μεταλλωρύχου» η του «καου-μπόυ του διαστήματος»…

Ακόμη περισσότερο και από τον ορυκτό πλούτο, η ενέργεια αποτελεί το σημαντικότερο αγαθό της κοσμικής γειτονιάς μας. Ένα σπάνιο ελαφρό στοιχείο, το ήλιο-3, ανύπαρκτο στη Γη, υπάρχει σε μεγάλη ποσότητα στην επιφάνεια της Σελήνης και θα μπορούσε να χρησιμεύσει σαν καύσιμο στους αντιδραστήρες θερμοπυρηνικής σύντηξης (που αναμένεται ότι θα κατασκευαστούν στις επόμενες δεκαετίες), προμηθεύοντας μας «καθαρή» ενέργεια για πολλούς αιώνες. Όμως η σημαντικότερη πηγή ενέργειας στο Ηλιακό μας σύστημα είναι το ίδιο το άστρο της ζωής, ο Ήλιος μας. Μόλις το ένα δισεκατομμυριοστό της κολοσσιαίας ενέργειας που εκλύει προσπίπτει στην επιφάνεια της Γης και των άλλων πλανητών, ενώ το υπόλοιπο χάνεται στα βάθη του διαστήματος. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η τρομακτική «σπατάλη», ο βρετανός Φρήμαν Ντάισον του Πανεπιστημίου του Πρίνστον (ένας από τους κορυφαίους φυσικούς του 20ου αιώνα) προτείνει το 1960 την κατασκευή ενός γιγάντιου συστήματος από ηλιακά πανώ γύρω από τον Ήλιο, έτσι ώστε να ανακτάται το σύνολο της εκπεμπόμενης ενέργειας.

Η σφαίρα του Ντάισον, όπως είναι γνωστή, θα επέτρεπε σε έναν πολιτισμό εκατομμύρια φορές πιο σπάταλο ενεργειακά από τον δικό μας να επιζήσει ως το θάνατο του Ήλιου, πέντε δισεκατομμύρια χρόνια στο μέλλον. Πρόκειται αναμφισβήτητα για το μεγαλύτερο «έργο υποδομής» που θα μπορούσαμε να φανταστούμε μέσα στο Ηλιακό μας 5 σύστημα, αλλά η κατασκευή του με τα μέσα που μπορούμε σήμερα να φανταστούμε θα απαιτούσε μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια… Στη δεκαετία του 1960 ο πολιτισμός μας είδε να ανοίγεται μπροστά του ένας πρωτόγνωρος ορίζοντας στον ουρανό. Τα χρόνια εκείνα, μια σειρά από τεχνολογικά επιτεύγματα νομιμοποίησε στη φαντασία του κοινού και των επιστημόνων το όραμα μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από τις γήινες αλυσίδες της. Όσοι είχαν την τύχη να ζήσουν εκείνη την εποχή (κυρίως σαν έφηβοι) θυμούνται με νοσταλγία την έκσταση μπροστά στα μεγάλα «άλματα» που φαίνονταν να μας περιμένουν, μια έκσταση που δυστυχώς δεν γνώρισαν οι επόμενες γενιές.

Οι δεκαοκτώ συνολικά αστροναύτες του προγράμματος Απόλλων που ταξίδεψαν ως τη Σελήνη, απομακρύνθηκαν απο τη Γη κάπου 400 000 χιλιόμετρα. Όμως, από το 1972 (που ο τελευταίος απο αυτούς επέστρεψε από τη Σελήνη), κανένα ανθρώπινο όν δεν απομακρύνθηκε περισσότερο από τετρακόσια περίπου χιλιόμετρα από τον πλανήτη μας. Δεν είναι τυχαίο ότι η χρονιά αυτή συμπίπτει με την πρώτη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση, που σηματοδοτεί την έναρξη μιας παρατεταμένης περιόδου οικονομικής ύφεσης για την ανθρωπότητα. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ο πλανήτης μας (δημογραφικά, περιβαλλοντικά, οικονομικά, πολιτικο- κοινωνικά, κλπ) αφήνουν ελάχιστα περιθώρια για την ανάπτυξη διαστημικών «ονείρων». Αλυσοδεμένο στη σκληρή καθημερινή πραγματικότητα, το ανθρώπινο είδος θα πρέπει να κάνει υπομονή στο λίκνο του. Άλλωστε, τα άστρα μπορούν ακόμη να μας περιμένουν, για εκατομμύρια χρόνια…

*Η κατάκτηση του διαστήματος: σαράντα χρόνια ουτοπίας Δημοσιεύτηκε τον Ιούλη του 2009 στην εφημερίδα του Βόλου Θεσσαλία

**Ο Νίκος Πράντζος είναι αστροφυσικός, κάτοχος Doctorat d' Etat στην πυρηνική αστροφυσική του Πανεπιστημίου Paris 7. Είναι διευθυντής  έρευνας  στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Γαλλίας(CNRS), και στέλεχος στο Ινστιτούτο Αστροφυσικής του Παρισιού. Διδάσκει στο μεταπτυχιακό Τμήμα Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου Paris 6.