Η απάντηση στην επέλαση της ακροδεξιάς

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 14.01.17 ]

 

 Φάρατζ, Brexit, Τραμπ, Ομπράν, Λεπέν, η ακροδεξιά επιτίθεται με ορμή σε ολόκληρο τον κόσμο παρά τις εδώ κι εκεί ισχνές αντιστάσεις. Που οφείλεται, άραγε, η επικράτηση της ξενοφοβίας και η υποταγή των «κάτω» στον λαϊκισμό της ακροδεξιάς; Είναι αλήθεια ότι η κυβερνώσα αριστερά, για την ακρίβεια η κεντροαριστερά, ενσωματώθηκε στο κυρίαρχο ρεύμα της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, κι έτσι απαξιώθηκε πλήρως στα «μάτια» των λαϊκών στρωμάτων, που υφίστανται τις οδυνηρές συνέπειες της μετάβασης. Η ακροδεξιά, από την άλλη, μαζί με τα μέσα «ιδεολογικής εκτύφλωσης» διακηρύσσουν ότι για τα δεινά των «κάτω» ευθύνονται οι εγγενώς «κακοί» Άλλοι, οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, αυτοί που παίρνουν τις δουλειές για ένα κομμάτι ψωμί. Γιατί ο διπλανός, ο «ξένος» που εισβάλει από το πουθενά, είναι ορατός «εχθρός», αντίθετα ο πραγματικός αντίπαλος είναι αόρατος. Ακριβώς όπως στα «Σταφύλια της Οργής» του Τζον Στάιμπεκ, όπου ο αγρότης που έχασε τη γη του (λόγω του «κόκκινου δανείου») έρχεται αντιμέτωπος με τον οδηγό της μπουλντόζας που γκρεμίζει το σπίτι του και τον σημαδεύει με το όπλο, αλλά ο οδηγός του λέει ότι εκτελεί τις διαταγές ενός τραπεζίτη από την Οκλαχόμα, που ομοίως εκτελεί τις διαταγές ενός τραπεζίτη της Ν. Υόρκης. Τότε ο αγρότης αναρωτιέται αμήχανα με το όπλο μετέωρο: «Τότε εγώ ποιον να πυροβολήσω;» Είναι η στιγμή κατά την οποία ελλοχεύει ο κίνδυνος να στρέψει το όπλο εναντίον των άλλων, αυτών που δεν φταίνε, των ορατών αλλά μη πραγματικών εχθρών, ή ακόμα και ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό.      Όταν το στρέφει εναντίον του εαυτού του το θέμα λύνεται οριστικά και τελεσίδικα μέσα από τη διαδικασία ενοχών στην οποία εκπαιδεύεται από την ιδεολογία της ατομικής ευθύνης και της φτώχειας ως… αμαρτίας. Ναι, η φτώχια σε πολλούς κλάδους του προτεσταντικού χριστιανισμού ταυτίζεται με την «αμαρτία»!

Αλλά για να στραφεί εναντίον των άλλων χρειάζονται και άλλα χαρακτηριστικά που θα νομιμοποιήσουν τη βιαιότητά του. Αυτά είναι ο εθνικιστικός πατριωτισμός, η σημαία, ο εθνικός ύμνος και μία ιδεολογία εκπαίδευσης στη βία σύμφωνα με την οποία όλοι οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως κακοί. Το τελευταίο είναι κεντρικής σημασίας και διαπερνά την κοινωνία του μίσους, του φασισμού, του ρατσισμού, του «πολέμου όλων εναντίον όλων» αλλά και του μακιαβελισμού στο επίπεδο της πολιτικής των «από πάνω».

Πιο συγκεκριμένα, ο μακιαβελισμός ταυτίζεται με τον ρεαλισμό κι αυτός με την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως κακός, γεγονός που αναγκάζει τον πολιτικό ηγέτη να γίνει κακός, αν θέλει να πετύχει μέσα σ’ έναν κόσμο κακών. Ο Χάουαρντ Ζιν, ο περίφημος αμερικανός διανοούμενος, που δεν υπάρχει πια, παραθέτει μια σειρά φιλοσόφους και παραδείγματα για να δείξει ότι ο άνθρωπος δεν είναι κακός αλλά γίνεται. Έτσι, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ έλεγε πως «Απ’ όλες τις πρόστυχες μεθόδους, τις οποίες χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να αποφύγουν να λάβουν υπόψη τις επιπτώσεις που έχουν οι κοινωνικές και ηθικές επιδράσεις στο μυαλό των ανθρώπων, χειρότερη είναι η απόδοση της ποικιλίας των ανθρώπινων συμπεριφορών και χαρακτήρων σε έμφυτες, βιολογικές διαφορές». Μόνο που αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο Ζιν για να καταρρίψει την άποψη περί της εκ φύσεως κακότητας του ανθρώπου παραπέμπει στη μελέτη του ανθρωπολόγου Κόλιν Τέρνμπελ(The Forest People) στην οποία περιγράφεται η ζωή των Πυγμαίων του δάσους Ίτουρι στην κεντρική Αφρική, «οι οποίοι τιμωρούσαν κάποιον που έτυχε να σφάλει, στέλνοντάς τον στο δάσος για να στεναχωρηθεί»! Υπάρχουν όμως και φυλές επιθετικές και τα μέλη των οποίων είναι εγωιστικά. Αυτό συνηγορεί, λέει ο Ζιν, στο ότι τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά οφείλονται στο περιβάλλον και τις συνθήκες διαβίωσης: «Η σχετικά εύκολη ζωή των ανθρώπων του δάσους καλλιέργησε την καλή θέληση και τη γενναιοδωρία». Συνεπώς για να απαντήσουμε στην λαϊκίστικη ιδεολογία της ακροδεξιάς πρέπει να βρούμε και να βιώσουμε νέους τρόπους οργάνωσης της «Καλοσύνης» και της Αλληλεγγύης. Μιας αλληλεγγύης που δεν θα κάνει διακρίσεις (όπως κάνει των ακροδεξιών) και ούτε θα έχει την χρηματισμένη μορφή των ΜΚΟ, αλλά που θα παραπέμπει στον πολύμορφο τρόπο οργάνωσης των παλιών συνδικάτων, όπου οι απόκληροι, οι άνεργοι, οι κυνηγημένοι έβρισκαν απάγκειο και μία ζωή που μετουσιώνε τη βία την οποία υφίσταντο, σε αλληλεγγύη, δηλαδή σε δρώσα αγάπη για τους ομοίους, σε πολιτισμό, σε παιδεία, σε γνώση και εντέλει σ' έναν αγώνα πολιτικό για την αλλαγή του κόσμου, όπου δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.   

Ο Χάουαρντ Ζιν σημειώνει πως «Οι εμπειρίες που βιώσαμε αυτόν τον αιώνα(σ.σ. αναφέρεται στον 20ο αι.) μας διδάσκουν ότι οι παλιές κατεστημένες αντιλήψεις, οι παραδοσιακές πεποιθήσεις, με άλλα λόγια ο συστηματοποιημένος σωρός των ιδεολογιών –καπιταλισμός, σοσιαλισμός, δημοκρατία- πρέπει να αποδιαρθρωθεί, έτσι ώστε να μπορέσουμε να παίξουμε και να πειραματιστούμε με τα υλικά ραφής, να προσθέσουμε καινούργια στοιχεία και να δημιουργήσουμε νέους συνδυασμούς με χαλαρότερους δεσμούς. Είναι γεγονός, καθώς οδεύουμε στον 21ο αιώνα, ότι χρειαζόμαστε απεγνωσμένα νέες, ευρηματικές προσεγγίσεις στα ανθρώπινα προβλήματα του καιρού μας. Όταν οι πολίτες οι ίδιοι λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, όταν ακούν με σκεπτικισμό τους σπουδαίους διανοούμενους και τους ειδικούς, και όταν επεξεργάζονται οι ίδιοι τα μεγάλα ζητήματα του σημερινού κόσμου, τότε γεννιέται η δημοκρατία».