Μπαντιού: Τι προκαλεί την τρομοκρατία;

[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Ελλάδα / 10.06.16 ]

AlainBadiou

Το κακό έρχεται από πιο μακριά

Σκέψεις με αφορμή τα γεγονότα της 13ης Νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι

Εκδόσεις Πατάκη, 2016

Σε αυτό το δοκίµιο, ο Αλαίν Μπαντιού επανέρχεται στις δολοφονικές επιθέσεις της 13ης Νοεµβρίου 2015 στο Παρίσι, επιχειρώντας να εξηγήσει αυτό που ονομάζει «σύγχρονο φασισμό» και ποιοι είναι οι αυτουργοί των µαζικών δολοφονιών αλλά και να τονίσει την ανάγκη για µια πολιτική αποσυνδεµένη από τον κυρίαρχο καπιταλισµό. Για τον γάλλο φιλόσοφο, οι επιθέσεις είναι μαζικοί φόνοι, συμπτώματα της εποχής μας, όπου κυριαρχεί ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός: «Όταν ματαιώνεται η επιθυμία της Δύσης, ανοίγει χώρος στο ένστικτο του θανάτου», γράφει. «Η επιθυμία για τη Δύση» νοείται ως η επιθυμία να αποκτήσει κανείς πρόσβαση σε ό,τι εκθειάζεται ως Δυτικός τρόπος ζωής, μια τάση που τροφοδοτεί τα μεταναστευτικά ρεύματα. Και η επιθυμία για εκδίκηση είναι η άλλη όψη της επιθυμίας φυγής προς τη Δύση, το ανεστραμμένο είδωλό της. Και οι δύο αυτές επιθυμίες κινούνται γύρω από τον ίδιο άξονα, την γοητεία της Δύσης. Οι νέοι που δολοφονούν διακατέχονται από την επιθυμία της Δύσης με την έννοια ότι φαντάζονται έναν κόσμο όπου κυριαρχεί το χρήμα, η άνεση, η κατανάλωση και στον οποίο δεν έχουν θέση. Αυτή η ματαίωση ανοίγει χώρο στο ένστικτο του θανάτου, η θέση που επιθυμούμε είναι επίσης αυτή που θα μισήσουμε αφού δεν μπορούμε να την έχουμε. Ο φασισμός θεωρείται ως μια υποκειμενικότητα ενδοκαπιταλιστική στο μέτρο που δεν μπορεί να αξιοποιήσει τη διαθέσιμη εργατική δύναμη στο σύνολό της. Ο απογοητευμένος από την επιθυμία για τη Δύση «εκφασίζεται» στην ουσία επειδή η επιθυμία του δεν ικανοποιείται.

Επισημαίνει  ότι  ένας θάνατος στη Δύση θεωρείται  ως  κάτι το τραγικό, ενώ χίλιοι νεκροί στην Αφρική, στην Ασία, στη Μ. Ανατολή, ακόμα και στη Ρωσία, είναι απλώς μια είδηση που τη διαβάζουμε ή την ακούμε στην τηλεόραση. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου του ο Μπαντιού αναφέρεται στην αντικειμενική δομή του σύγχρονου κόσμου και ιδιαίτερα στο γενικό πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε ήδη από τη δεκαετία του 1980 για να καταλήξει ότι ζούμε σε μια περίοδο θριάμβου του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού με νεο-αυτοκρατορικές  πρακτικές που προκαλούν διαμελισμό, δημιουργία «ζωνών» ή διάλυση κάποιων κρατών. Τονίζει ότι μεταξύ του 1950 και του 1980, το κεφάλαιο είχε μια πιεστική ανάγκη για προλετάριους, οι οποίοι έρχονταν μαζικά από την πρώην αποικιοκρατούμενη Αφρική. Αλλά με την βίαιη, επιβεβλημένη αποβιομηχανοποίηση στα τέλη της δεκαετίας του 70, το ίδιο κεφάλαιο δεν έχει θέσεις για τους παλιούς εργάτες ούτε για τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Καλλιεργείται έτσι ένας χώρος για εκδίκηση.  Από τη μια, τους λένε ότι αυτός ο κόσμος είναι ο μόνος δυνατός και, από την άλλη, ότι αυτοί δεν έχουν τη θέση σ’ αυτό τον κόσμο.

Αν θεωρήσουμε ότι η θρησκεία είναι το σημείο εκκίνησης της ανάλυσης εγκλωβιζόμαστε, γράφει ο Μπαντιού, στο  αντιδραστικό σχήμα του «πολέμου των πολιτισμών»; «Δεν είναι το Ισλάμ που προκαλεί αυτή την κατάσταση. Η αιτία είναι αυτός ο απροσπέλαστος περιχαρακωμένος χώρος. Αυτός δημιουργεί τις παθολογικές υποκειμενικότητες. Το Ισλάμ παρεμβαίνει σε μια δεδομένη στιγμή, για να δώσει τη μορφή, να τους δώσει την ελπίδα ενός άλλου κόσμου, να τους δώσει την ιδέα ενός ηρωισμού απόλυτα εγκληματικού. Η θρησκεία δεν είναι παρά ένα προκάλυμμα, μια μορφή υποκειμενοποίησης και όχι η ουσία. Το πραγματικό περιεχόμενο, στο οποίο τα θρησκευτικά στοιχεία δίνουν τη μορφή της εκδίκησης, έχει τις ρίζες του στην «επιθυμία για Δύση», είτε ρητή και καταφατική, είτε απωθημένη και θανατηφόρα». Ο σύγχρονος φασισμός επομένως είναι ενταγμένος στη δομή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, αποτελώντας υποκειμενική στρέβλωσή του.

Ο φιλόσοφος μιλάει για τη φονική και αυτοκτονική μανία των εκτελεστών αλλά αντιδρά  και στην αστυνομική, εθνικιστική και εκδικητική απάντηση από μέρους του Κράτους. Η πειθάρχηση της μεσαίας τάξης μέσω της επίκλησης των συνθηκών «πολέμου», γράφει, είναι μια τεράστια επιχείρηση εξαπάτησης και χειραγώγησης των πολιτών. Υποστηρίζει επίσης ότι έχει προκύψει  ένα καθεστώς τρομακτικών ανισοτήτων και μια διαρκής απειλή για τεράστιες μάζες ανθρώπων, που δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα βασικά αγαθά για να επιβιώσουν: «Το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει το μισό του παγκόσμιου πλούτου. Το 10%  κατέχει το 86% των διαθέσιμων πόρων ενώ το 50% δεν έχει τίποτα. Δύο  δισεκατομμύρια άνθρωποι που ζουν στον πλανήτη είναι εντελώς φτωχοί, δηλαδή δεν έχουν πρόσβαση ούτε στην αγορά, ούτε στην εργασία και έτσι περιπλανώνται σε όλα τα σημεία του κόσμου. Αποτελούν αυτό που αποκαλείται νομαδικό προλεταριάτο, με την πρωταρχική έννοια του όρου προλεταριάτο, δηλαδή τους ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν εκτός από την εργατική τους δύναμη. Η μεσαία τάξη που αντιστοιχεί στο 40% του παγκόσμιου πληθυσμού μοιράζεται το 14% του παγκόσμιου πλούτου. Υπεράσπιση των «αξιών» μας σημαίνει στην ουσία υπεράσπιση του τρόπου ζωής της μεσαίας τάξης της Δύσης που φοβάται μήπως βρεθεί στη μοίρα του 50% των απόκληρων του πλανήτη».

Ο σκοπός  του Μπαντιού είναι, ως πλατωνικός σοφός που επιστρέφει στο σπήλαιο, να συμβάλλει στην ανανέωση του κομμουνιστικού σχεδίου ως πραγματική εναλλακτική λύση στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό. Διαπιστώνει ότι τα κράτη, που ήδη ο Μαρξ τους είχε αποδώσει αυτήν την ιδιότητα, είναι σήμερα εντολοδόχοι του κεφαλαίου σε μια κλίμακα που ο ίδιος ο Μαρξ δεν είχε προβλέψει. Η κομμουνιστική ιδέα προβάλλεται ως υποκειμενοποίηση και εύρεση προσωπικού νοήματος ζωής σε έναν μη κομμουνιστικό κόσμο. Το πρόβλημα είναι, γράφει ο Μπαντιού, η απουσία, σε παγκόσμια κλίμακα μιας πολιτικής αποσυνδεδεμένης από την ανάγκη του καπιταλισμού. Η εμφάνιση μιας νεολαίας με φασιστικά χαρακτηριστικά θεωρείται  απόρροια της απουσίας μιας χειραφετικής πολιτικής ικανής να διαμορφώσει το δικό της όραμα και τις δικές της πρακτικές.

Ο τίτλος του βιβλίου είναι μια παράφραση της «Φαίδρας» του Ρακίνα, αποσκοπώντας να δείξει ότι ο κομμουνισμός προδόθηκε σήμερα, όπως ο έρωτας της Φαίδρας. Υπάρχει  κατ’ αυτόν η υποκειμενικότητα την οποία αποκαλεί « δυτική», η υποκειμενικότητα που αποκαλεί επιθυμία των δυτικών, που αφορά  και μέρος του κινήματος των προσφυγικών ροών σήμερα, και η μηδενιστική υποκειμενικότητα  που διεκδικεί κατά βάθος την ανικανοποίητη και διαρκώς απωθούμενη επιθυμία της Δύσης. Σε αυτές τις προοπτικές αντιπροτείνει την κομμουνιστική προοπτική χωρίς τον Στάλιν, την τέταρτη μορφή υποκειμενικής αντίδρασης, πέρα από την υιοθέτηση των αρχών του κυρίαρχου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, ή την επιθυμία να μοιραστεί τα πρότυπά του αλλά και πέρα από τον δολοφονικό/αυτοκτονικό μηδενισμό. Ονομάζει «κομμουνισμό» την δυνατότητα να προτείνουμε στη νεολαία του πλανήτη μας κάτι άλλο από την κακή επιλογή μεταξύ μιας παραιτημένης ενσωμάτωσης στον υπάρχοντα καταναλωτικό μηχανισμό και μιας άγριας μηδενιστικής φυγής. Η νέα στρατηγική για το μέλλον του πλανήτη θεωρεί ότι είναι μια πορεία συνάντησης με  το νέου τύπου νομαδικό προλεταριάτο, με τον τρόπο σκέψης του και τις ανάγκες του αλλά και μια πρόταση εξουδετέρωσης του σύγχρονου φασισμού.