Μελέτη αναστήλωσης του Τζαμιού της Καλούτσιανης

[ ARTI news / Ήπειρος / 14.02.17 ]

Στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης της Περιφέρειας με το υπουργείο Πολιτισμού, εκπονείται μελέτη για την αναστήλωση του Τεμένους της Καλούτσιανης, μέσω της οποίας προκύπτουν ιδιαίτερα στοιχεία, για την κατασκευή και τη σπουδαιότητα του ίδιου του μνημείου. 

Πολύτιμα και ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία, για το Τζαμί της Καλούτσιανης, έρχονται σταδιακά στο προσκήνιο, μέσω μελέτης που εκπονείται για την αναστήλωση του Τεμένους, από μελετητική ομάδα του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης της Περιφέρειας με το υπουργείο Πολιτισμού. 

Όπως προκύπτει η μελέτη βρίσκεται στο τελικό στάδιο ολοκλήρωσής της και υπάρχουν ήδη στοιχεία που μαρτυρούν διαφορετικά γνωρίσματα του Τεμένους, ουσιαστικά όμως και της ίδιας της ιστορίας της πόλης, τουλάχιστον από την περίοδο που χτίστηκε το 1730.

Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο της συγκεκριμένης μελέτης είναι ότι για πρώτη φορά σε μνημεία της Ηπείρου, γίνεται μία μελέτη σε βάθος, λαμβάνοντας υπόψιν χαρακτηριστικά και λεπτομέρειες που ανακύπτουν από την ιστορική έρευνα.

Επικεφαλής της ομάδας αυτής είναι η Ελευθερία Τσακανίκα, επίκουρος καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, που ήταν η συντονίστρια της εσπερίδας που διοργάνωσε η Περιφέρεια Ηπείρου, με κεντρικό ομιλητή τον Παναγιώτη Κοντόλαιμο, οθωμανολόγο, ιστορικό της Οθωμανικής Πολεοδομίας, που έχει αποκρυπτογραφήσει μεγάλο μέρος των αραβουργημάτων, των καλλιγραφικών κειμένων δηλαδή, του Τεμένους της Καλούτσανης τα οποία επιβεβαιώνουν τη σπουδαιότητα που είχε για την οθωμανική ηγεσία και για λατρευτικούς και για πολιτικούς λόγους.

Στα αξιοσημείωτα της μελέτης που εξελίσσεται, τα νέα στοιχεία που έρχονται στην επιφάνεια, όπως είναι τα θεμέλια σε βάθος τριών μέτρων, κάτι που επιβεβαιώνει, ότι το μνημείο χτίστηκε σε κτίσμα που προϋπήρχε, ενώ στο μπροστινό μέρος του τεμένους, ανακαλύφθηκε και ένας υπόγειος χώρος, την ύπαρξη του οποίου αγνοούσαν οι πάντες.

Όλα αυτά δικαιολογούν, είπε η κα Τσακανίκα την καθυστέρηση που παρατηρείται στην ολοκλήρωση της μελέτης, σημειώνοντας ότι το κλειδί για τις μελλοντικές εξελίξεις, με την αναστήλωση, αλλά και τη χρήση του μνημείου βρίσκεται στη συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων.

Τις λεπτομέρειες για το Τέμενος παρουσίασε σε μία αναλυτική ομιλία ο κ. Κοντόλαιμος, αφού προηγήθηκαν οι αναφορές του σε διάφορες θεματικές της Ηπείρου στις Οθωμανικές πηγές και συγκεκριμένα για το Ζαγόρι και το Μέτσοβο.

Στα στοιχεία που παρουσίασε, ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στη χρονολόγηση του μνημείου, που σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα το τέμενος ιδρύθηκε το 1730 και όχι το 1740, ενώ χαρακτήρισε εντυπωσιακό τον εσωτερικό διάκοσμο και τις καλλιγραφίες, τα τμήματα από το Κοράνι, που χρησιμοποιήθηκαν.

Πέρα από την ιστορία του Τεμένους μία σημαντική παράμετρος έχει να κάνει με την προοπτική αξιοποίησής του με τον κ. Κοντόλαιμο να προτείνει μία πιθανή του χρήση, ως Κέντρο Ηχητικού Πολιτισμού Ηπείρου.

«Η χρήση αυτή συμφωνεί με την αρχική λογική της κατασκευής του ως ένα δοχείο ήχου. Αναδεικνύει τον εσωτερικό διάκοσμο του μνημείου. Πρόκειται για μία ήπια χρήση, που μπορεί να συμπληρώσει τις τοπικές πολιτιστικές δράσεις. 

Γεφυρώνει το παλαιό με το νέο στο πλαίσιο της παράδοσης και εντάσσεται εποικοδομητικά το μνημείο στη ζωή της πόλης. Η μελέτη των ιστορικών τεκμηρίων για το Τέμενος της Καλούτσανης, μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για παρόμοιες έρευνες, που αναδεικνύουν τα όμορφα πρόσωπα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ηπείρου», τόνισε ο κ. Κοντόλαιμος.

Η οριστική πρόταση αξιοποίησης όμως θα έλθει από τη συνεργασία όλων των τοπικών φορέων, με γνώμονα ίσως και τις δυνατότητες χρηματοδότησης του έργου, όπως επισήμανε η κα Τσακανίκα.

Ο Αλ. Καχριμάνης στην εισαγωγική του τοποθέτηση αφού αναφέρθηκε στο ιστορικό της διαδικασίας εκπόνησης των μελετών στάθηκε και αυτός στη σημασία της συνεργασίας, για να προκύψει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Πηγή: anex.gr