Κι όμως, το μέσο είναι το μήνυμα

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 21.07.16 ]

 

Α! κύριε, κύριε Μαλακάση,
ποιός θα βρεθεί να μας δικάσει,
μικρόν εμέ κι εσάς μεγάλο,
ίδια τον ένα και τον άλλο;
Τους τρόπους, το παράστημά σας,
το θελκτικό μειδίαμά σας
το monocle που σας βοηθάει
να βλέπετε μόνο στο πλάι
και μόνο αυτούς να χαιρετάτε
όσοι μοιάζουν αριστοκράται,
την περιποιημένη φάτσα,
την υπεροπτική γκριμάτσα
από τη μια μεριά να βάλει
της ζυγαριάς, κι από την άλλη
πλάστιγγα να βροντήσω κάτου,
μισητό σκήνωμα, θανάτου
άθυρμα, συντριμμένο βάζον,
εγώ, κύμβαλον αλαλάζον.
Α! κύριε, κύριε Μαλακάση,
ποιός τελευταίος θα γελάσει;

Δεν ξέρω εκεί στο δρόμο για τη Μαργαρώνα, κάτω από τη λεύκα που τον ηύραν σαν σήμερα αυτοπυροβολημένον, αν εγέλα. Για τον τραγικό Κώστα Καρυωτάκη μιλώ. Για τον μέγα –καλοήθη ή κακοήθη, τι σημασία έχει;- ναρκισσισμό τού ποιος «τελευταίος θα γελάσει». Πόσο τον συμμερίζομαι. Όχι ως ενσυναίσθηση, αλλά ως ενθύμιση της γελοίας, εφηβικής ταύτισης. Αλήθεια, τελικά ποιος τελευταίος θα γελάσει; Κανείς. Μηδέ εκείνος ο ψυχοπομπός, δίπλα στον Αχέροντα.

Ματαιοδοξίες; Ή, εν ζωή αθανασίες; Όπως εκείνη η υπεραπόλαυση εν ζωή της αίσθησης ότι μετά θάνατο θα μας θυμούνται; Ο Πεσσόα έγραφε για την αθανασία του νεαρού Ηρόστρατου που σαν σήμερα πυρπόλησε το Ναό της Αρτέμιδας στην Έφεσο, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Κι έμεινε γι’ αυτό αθάνατος παρά την απαγόρευση της μνήμης και της αναφοράς του ονόματός του. Έμεινε αθάνατος, λοιπόν, όχι δημιουργώντας, αλλά καταστρέφοντας. Ο Πεσσόα δεν ήξερε φαίνεται τον Σουμπέτερ και τη «δημιουργική καταστροφή» ούτε καν τον Μάρκο Αυρήλιο και την εκπύρωση.

Ψευδαισθήσεις και ζωτικά ψεύδη, αναγκαία για να βαστάξουμε το αφόρητο φορτίο της έσχατης ματαίωσης. Ψέματα και αυταπάτες. Όπως αυτή όταν άγουρος κι ενθουσιώδης νέος προσπαθούσα να αποδείξω πως η θέση του  Μάρσαλ Μακ Λιούαν ότι «το μέσο είναι το μήνυμα» δεν ισχύει. Κι εκεί που νόμιζα ότι είχα καταγάγει νίκη μεγάλη, έρχεται η ζωή να μου γκρεμίσει όλο το οικοδόμημα, όπως και τόσα άλλα εξάλλου. Αρθρογραφούσα σε μία «δεξιά» εφημερίδα και πίστευα πως η οπτική της γραφής μου ήταν «αριστερή». Ώσπου μια μέρα με πήρε τηλέφωνο ένας «δεξιός» αναγνώστης, έμπλεος ενθουσιασμού για το… «υπέροχο δεξιό άρθρο»! Δεν αυτοχειριάστηκα, όπως ο Καρυωτάκης, όχι γιατί δεν βρέθηκε πιστόλι στην τσέπη μου, αλλά γιατί η αναδημοσίευση του ίδιου άρθρου σε «αριστερή εφημερίδα» με αποκατέστησε στα μάτια των… «αριστερών» και συνεπώς στα δικά μου. Ναι, λοιπόν, «το Μέσο είναι το μήνυμα». Το μέσο-πλαίσιο συνιστά τη μεγαλύτερη λογοκρισία. Αλλά στη λογοκρισία αυτή ενυπάρχει μια συνενοχή των «πάνω» και των «κάτω», των ιδιοκτητών των μέσων και των αναγνωστών ή των τηλεθεατών. Γι’ αυτό δεν αρκεί η διαφάνεια και το δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο του πομπού–το αναφέρω με αφορμή τις τηλεοπτικές άδειες αυτόν τον καιρό-, χρειάζεται και ο εκδημοκρατισμός του Δέκτη. Οι πολίτες πρέπει να εκπαιδεύονται στη μιντιακή «μεταγλώσσα» και τα μυστικά  παραπλάνησης, χειραγώγησης ή ακόμα και διαμόρφωσης της συνείδησης. Γιατί εν προκειμένω έχουμε μία βιομηχανία παραγωγής συνείδησης, που δεν αφορά μόνο την πολιτική παραπλάνηση αλλά και την διαμόρφωση της αισθητικής και του γούστου, και ακόμα περισσότερο της Συμβολικής Τάξης. Δηλαδή του τρόπου με τον οποίο σκεφτόμαστε, χαιρόμαστε, λυπούμαστε, ονειρευόμαστε, ερωτευόμαστε... ώστε κάποιοι κανόνες να επιβάλλονται εύκολα, ενώ άλλοι να μη γίνονται ανεκτοί.

Είναι γνωστό εξάλλου, πως καμία αλλαγή δεν γίνεται χωρίς αλλαγή της Συμβολικής Τάξης. Γι’ αυτό όλα τα μεγάλα πολιτικά παραδείγματα είχαν τον… δικό τους άνθρωπο: Τον Homo Americanus, τον Σοβιετικό Άνθρωπο, τον Κινέζικο Άνθρωπο. Ποιος θυμάται τα εγκλήματα στο όνομα της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα; Στη Δύση τα εγκλήματα δεν είναι ορατά, γιατί εδώ υπάρχει μία μεγάλη εφεύρεση, αυτή των «αόρατων», αυτών που δεν φαίνονται, που δεν υπάρχουν, κι ας περπατούν στους δρόμους σαν απέθαντοι. Γι' αυτό ένα από τα σύγχρονα δημοκρατικά αιτήματα είναι και η "ορατότητα"...