Ισλάμ στα Βαλκάνια: Παλαιόθεν, σύγχρονο και ειρηνικό

[ Κώστας Κάππας / Ελλάδα / 04.12.17 ]

Όταν ακροδεξιοί, συντηρητικοί αλλά και άλλοι πολιτικοί, ωρύονται ότι “Το Ισλάμ δεν ανήκει στην Ευρώπη αλλά είναι ξενόφερτο”, για έναν παράξενο λόγο ξεχνάνε ότι εξ ίσου ο Χριστιανισμός και ο Ιουδαϊσμός είναι “ξενόφερτοι”. Στην Γηραιά Ευρώπη, τα πολύ παλιά χρόνια, είχαμε μόνο τον Τουτάτη, την Ούνι, τον Απόλλωνα, την Αθηνά, την Χέλ, τον Θωρ και τους άμεσους συγγενείς τους...

Από την Ανδαλουσία της Ισπανίας (περίοδος Al-Andalus ή Muslim Iberia, 711-1492), το Εμιράτο της Σικελίας (948-1091), έως την Κριμαία και τον Καύκασο, το Ισλάμ ζει στην Ευρώπη από τον 8ο αιώνα (πάνω από 1200 χρόνια!). Στα Βαλκάνια, εμφανίστηκε μέσω γυρολόγων προσηλυτιστών, γύρω στο 1200, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την κρίση αξιών Καθολικών και Ορθοδόξων, πιο επιθετικά το 1371 με την εισβολή στην Ευρώπη των Οθωμανών μέσω Θράκης και δομικά τον 15ο αιώνα. Ρίζωσε στα Βαλκάνια, με ιδιαίτερους συμβιβασμούς, αντιφάσεις, αντιθέσεις μεταξύ των γενεών, εξωτερικές επιδράσεις, αλλά και με σύγχρονη αντίληψη, χάρις στην σοσιαλιστική παιδεία αυτών των χωρών.

Πολιτική της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας

Έξυπνα φερόμενη η Αυτοκρατορία, δεν υποχρέωνε τους κατακτημένους λαούς να αλλαξοπιστήσουν. Αντίθετα προσέφερε φορολογικές απαλλαγές σε όσους επέλεγαν ή ήταν ήδη μουσουλμάνοι και επέβαλε ειδικούς φόρους στους αλλόθρησκους για την “προστασία την οποία τους παρείχε ο Σουλτάνος”. Επιπλέον, οι μη-μουσουλμάνοι είχαν λιγότερα δικαιώματα ιδιοκτησίας και απαγόρευση κατάληψης υψηλών θέσεων στην διοικητική ή στρατιωτική ιεραρχία.

Βοσνία – Ερζεγοβίνη και Μαυροβούνιο.Οι θρησκευτικές μεταστροφές υπήρξαν ταχύτατες και μαζικές σε λαό και ελίτ, ήδη από τον 16ο αιώνα. Είναι βέβαιο ότι, καταλύτης ήταν η σύγχυση λόγω (των απόηχων) της αίρεσης των Βογομίλων μεταρρυθμιστών της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της αίρεσης των Καθαρών, πολέμιων του Πάπα και της Αυλής του. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περιοχές αυτές ευρίσκονται στα θολά όρια της Ανατολικής και Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (395 μ.Χ.), διευκολύνοντας την επικράτηση του Ισλάμ. Επρόκειτο συνεπώς για ενδογενή διεργασία και όχι εξωγενή.

Κόσσοβο. Αντίθετα, το φαινόμενο εδώ ήταν αργό και σύνθετο. Σε ορισμένες πόλεις του Κοσσόβου, οι Αλβανοί κάτοικοι δήλωναν δημόσια Μουσουλμάνοι, ήταν κάτοχοι περιουσίας την οποία κληρονομούσαν ολόκληρη στους απογόνους τους και κρυφά ασκούσαν τα χριστιανικά τους καθήκοντα. Άλλοι που δήλωσαν ανοικτά καθολικοί και αποστάτες του μουσουλμανισμού (περιοχή Vitina / Binac του Κοσσόβου, λίγα χιλιόμετρα βόρεια των Σκοπίων) αντιμετώπισαν σκληρή καταπίεση από τις Αρχές. Ειδικά οι κάτοικοι του Binac εξορίστηκαν (ως εξωμότες) στα βάθη της Ανατολής. Οι θρησκευτικές αυτές αναταράξεις σε συνδυασμό με τα αλυτρωτικά όνειρα Αλβανών και Σέρβων, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την πολυπλοκότητα της ταυτότητας των Κοσσοβάρων πολιτών.

Αλβανία.  Η πλειοψηφία των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων στην χώρα ήταν μουσουλμάνοι. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, εμφανίζεται ο φόβος του διαμελισμού των εδαφών της Αλβανίας μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας. Αποτέλεσμα αυτού του φόβου είναι η δημιουργία του κινήματος της Αλβανικής Αναγέννησης (με ιδέες Μεγάλης Αλβανίας κλπ). Εκεί έχουμε την γέννηση του Αλβανισμού και το ποίημα του Pashko Vasa, "Μην κοιτάτε εκκλησίες και τζαμιά, η θρησκεία των Αλβανών είναι ο Αλβανισμός". Αναμενόμενο, η εθνική ταυτότητα να προκύψει από το αμάλγαμα του “Αλβανισμού” (η “ιδιαίτερη πατρίδα”), και του “Οθωμανισμού” (η “γενική πατρίδα”). Αυτός ήταν και ό λόγος για τον οποίο, όταν πολλές από τις πρώην Οθωμανικές κτήσεις μοιράστηκαν στους νικητές του πολέμου αυτού, οι Αλβανοί προύχοντες ζήτησαν η περιοχή τους (vilayet) να παραμείνει ενωμένο και αυτόνομο τμήμα της Οθωμανικής Επικράτειας. Οι Aλβανοί ιστορικοί υπογραμμίζουν επίσης, την σημαντική επιρροή των Μπεκτασήδων στην χώρα τους, “αίρεση” εξαιρετικά φιλελεύθερη, δημοκρατική και σχετικά πανθεϊστική. Στο πρώτο εθνικό τους συνέδριο, που έγινε στην Prιshta(όχι πολύ μακριά από το Τεπελένι) το 1922, οι Μπεκτασήδες κήρυξαν την ανεξαρτησία τους από τους Τούρκους Μπεκτασήδες και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, μετά την απαγόρευση του ρεύματος αυτού στην Τουρκία το 1925, κέντρο του παγκόσμιου Μπεκτασισμού έγιναν τα Τίρανα. Ο Μπεκτασισμός βοήθησε αποφασιστικά στην τόνωση της εθνικής ταυτότητας και της ιδιαιτερότητας της χώρας.

Βουλγαρία, Ρουμανία και Σερβία. Οι πανίσχυρες Ορθόδοξες Χριστιανικές Εκκλησίες, μετά την κατάκτηση των χωρών αυτών (1557) αναγνωρίστηκαν από τον Σουλτάνο, ως αυτόνομες αλλά και ως επίσημοι συνομιλητές του, τα “millet”. Αυτά τα σπέρματα εκκλησιαστικής αυτονομίας χρησίμευσαν ως βάση για την ανάπτυξη των σύγχρονων κρατών (18ος και κυρίως 19ος αιώνας). Έτσι εξηγείται και ο εθνικός χαρακτήρας των διαφόρων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η διαδικασία αυτή όμως, δεν περιελάμβανε τους μουσουλμάνους οι οποίοι παρέμεναν γενικά “υπήκοοι” της Υψηλής Πύλης, χωρίς καμμία σαφή πρόσδεση σε γλωσσικές ή εθνικές οντότητες. Αποτέλεσμα; Έστω και εάν οι μουσουλμάνοι ήταν αυτόχθονες, όσο και οι χριστιανοί γείτονές τους, οι τελευταίοι τους κατέτασσαν στους “Τούρκους”…

Το 1660, το Βελιγράδι μετρούσε, όχι λιγότερες από 17.000 οικογένειες μουσουλμάνων και δεκάδες Τεμένη (Cami). Με αφορμή τις σφαγές των μουσουλμάνων από τους ορθόδοξους Σέρβους και τον υποχρεωτικό προσηλυτισμό των επιζώντων (1709), τους πρώτους οργανωμένους ξεσηκωμούς των Σέρβων (1804, 1815) και των Ελλήνων στην συνέχεια (1821), εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πολλοί μουσουλμανικοί πληθυσμοί άρχισαν να εγκαταλείπουν τα Βαλκάνια, ψάχνοντας φιλόξενους για το Ισλάμ τόπους (darûl Islam), όπως έκαναν και χριστιανικοί πληθυσμοί σε αντίστροφη κατεύθυνση. Οι τάσεις αυτές δυνάμωσαν μετά τον 1ο Βαλκανικό Πόλεμο (1912) και την Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά από γραπτή συμφωνία με την τότε Γιουγκοσλαβία, ακόμη 200.000 μουσουλμάνοι από την FYROM, το Κόσσοβο και το Sanjak του Novi Pazar (αυτόνομη περιοχή μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου) έφυγαν και έφτιαξαν το προάστιο Bayrampasa της Κωνσταντινούπολης.

Οι μετακινήσεις αυτές, ένθεν και ένθεν, συνθέτουν το ιδιαίτερο αυτό μωσαϊκό που λέγεται Βαλκάνια...

Περίοδος Ψυχρού Πολέμου και Σοσιαλιστικής Διακυβέρνησης

Μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις κοσμογονικές κοινωνικές αλλαγές, οι νέες συνθήκες οδηγούν τους θρησκευτικούς ηγέτες όλων των δογμάτων σε πιο μετριοπαθείς θέσεις και σε σημαντικές ανακατατάξεις και διαφοροποιήσεις και μεταξύ αυτών και τις παραδοσιακές μουσουλμανικές ελίτ. Ύστερα από κάποια χρόνια, οι διαφοροποιήσεις στην πολιτική των σοσιαλιστικών κρατών (Σύμφωνο της Βαρσοβίας για την Βουλγαρία και την Ρουμανία, Κίνημα Αδεσμεύτων για την Γιουγκοσλαβία του Τίτο και πρόσδεση στο άρμα της Κίνας για την Αλβανία) επιδρούν αναπόφευκτα και στην μουσουλμανική συνείδηση. Ο Στρατάρχης Τίτο προσεγγίζει την Αίγυπτο του Gama lAbdel Nasser και τον Αραβικό κόσμο (1961) και οι μουσουλμάνοι της Γιουγκοσλαβίας γίνονται σε μία νύκτα, οι καλύτεροι πρεσβευτές στις νέες συμμαχίες. Την ίδια περίοδο, γιουγκοσλάβοι μουσουλμάνοι φοιτητές ταξιδεύουν στην Αίγυπτο, στην Συρία και στο Ιράκ για θεολογικές σπουδές και ιεροσπουδαστήρια (madrasah) ανοίγουν στο Sarajevo (π.χ. madrasa Gazi-Husrev-beg) και αλλού. Το 1977, το καθεστώς διευκολύνει την ίδρυση Θεολογικής Σχολής στo Sarajevo (1977) για να μειωθούν οι εξωτερικές επιδράσεις. Γενικότερα, η “δημοσιο-υπαλληλοποίηση” των μουσουλμάνων θρησκευτικών ηγετών υπό το καθεστώς Τίτο ήταν κληρονομιά της οθωμανικής εποχής, αλλά εξυπηρετούσε και τον έλεγχο του καθεστώτος στα θρησκευτικά ζητήματα.

Βοσνία – Ερζεγοβίνη. Σε αναντιστοιχία με την “πανεθνική” ήπια πολιτική της, η κυβέρνηση Τίτο αντιμετωπίζει το “παν-ισλαμικό” ρεύμα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, με σκληρή καταπίεση. Το ρεύμα αυτό έχει τις ρίζες του στο κίνημα των Νέων Μουσουλμάνων (Mladi Muslimani, 1941), με την συναίνεση και την παρότρυνση των Ναζί. Το “παν-ισλαμικό” ρεύμα καταγγέλλει την αδράνεια των ισλαμικών Ινστιτούτων, την δυτικοποίηση της ελίτ, ζητά την καθαρότητα των θέσεων και την επιστροφή στις ρίζες, συναγωνίζεται τον άκρατο αντικομμουνισμό της Καθολικής Εκκλησίας της εποχής (Πάπας Jean Paul II, εκλεγμένος το 1978) και ανταγωνίζεται τον σερβικό εθνικισμό που αφυπνίζεται στα Ορθόδοξα μοναστήρια. Δεν είναι τυχαίο ότι η ψυχή του μαύρου αυτού ρεύματος είναι ο Alija Izetbegovic, μετέπειτα Πρόεδρος της ανεξάρτητης Βοσνίας – Ερζεγοβίνης.

Αλβανία. Το 1967 το καθεστώς του Enver Hoxha (Eνβέρ Χότζα) απαγορεύει τις θρησκευτικές πρακτικές όλων των δογμάτων και υποχρεώνει τους λειτουργούς τους να εργαστούν ως κοινοί πολίτες.

Βουλγαρία.Η ανάπτυξη της νέας κοινωνίας συνοδεύτηκε από περιθωριοποίηση της μουσουλμανικής ταυτότητος με την “βουλγαροποίηση” των ονομάτων των Ρομά, Πομάκων και Τούρκων. 300.000 μουσουλμάνοι προτιμούν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία, το 1989.

Ελλάδα. Η Δυτική Θράκη παραμένει ελληνική (Συνθήκη της Λωζάννης) και οι γηγενείς μουσουλμανικοί πληθυσμοί περιθωριοποιούνται. Δυσκολίες στην ιδιωτική ιδιοκτησία, διακρίσεις στο στράτευμα, εμπλοκή των θρησκευτικών μουσουλμανικών κανόνων στα κοινωνικά δικαιώματα και το κυριότερο, επιτήρηση ζωνών στα σύνορα με την Βουλγαρία (όπου κατοικούν πολλοί μουσουλμανικοί πληθυσμοί) και ελεγχόμενη είσοδος σε αυτές των μη-ντόπιων, έως το 1989.

Σύγχρονη Εποχή

Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας οδήγησε αναγκαστικά στην δημιουργία εθνικών μουσουλμανικών δομών. Παρ’ όλα αυτά, ο Mustafa Cerić, Μεγάλος Μουφτής (Reis-ul-Ulema) της Βοσνίας–Ερζεγοβίνης (1993) επιβάλλει την ισχυρή προσωπικότητά του, ως κεντρική φιγούρα του Βαλκανικού Ισλάμ. Ονειρεύεται μία μουσουλμανική κοινωνία, αλλά ο πόλεμος (1992–1995) και ο διαμοιρασμός της Βοσνίας σε διακριτά εθνικά καντόνια (Republika SRPSKA, BRCKO District, Federation of Bosnia and Herzegovina), επέτρεψε την εν μέρει υλοποίηση του σχεδίου, μόνο στα καντόνια όπου πλειοψηφούν οι μουσουλμάνοι.

Μέσα σε αυτές τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, δεν είναι παράξενο που οι πολιτικές και θρησκευτικές Αρχές της Βοσνίας–Ερζεγοβίνης, ανέχθηκαν την παρουσία ξένων ισλαμιστών εθελοντών στην χώρα, είτε για λόγους ανθρωπιστικούς, είτε για να ενταχθούν στην “Διεθνή Ταξιαρχία El-Moudjahid”. Μέχρι το τέλος του προηγούμενου αιώνα οι μαχητές αυτοί προσηλύτιζαν την δυσαρεστημένη νεολαία και οίκτιραν την “μουχλιασμένη” τοπική ηγεσία η οποία “νοιαζόταν μόνο να συμβιβάζει απόψεις”. Σήμερα συνεπικουρούνται από τα νέα ψηφιακά μέσα επικοινωνίας και τα κοινωνικά δίκτυα, περνώντας μηνύματα μέσω κλειστών ομάδων στο Facebook παρά από τα Τεμένη. Η ίδια ακριβώς σύγκρουση γενεών στο εσωτερικό των ισλαμικών κοινοτήτων εμφανίζεται στην FYROM και στο Κόσσοβο.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι εύκολη η ‘μόλυνση’ των τοπικών αξιών, ούτε επιθυμητή από τις τοπικές κοινωνίες, η εισαγόμενη αυτή ιδεολογία και πολεμική (made in Μοναρχίες του Κόλπου). Αποδεικνύεται καθημερινά ότι το Ισλάμ “της απέναντι πόρτας” στις αναδυόμενες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, είναι βαθιά επηρεασμένο από την σοσιαλιστική κουλτούρα, γεγονός το οποίο του επέτρεψε να έρθει σε συναίνεση με τον μοντερνισμό.

Στην Αλβανία, από το 1991 και μετά, όλες οι θρησκευτικές δομές επαναθεμελιώνονται και επαναλειτουργούν με σημαντική βοήθεια από το εξωτερικό. Σήμερα, οι μουσουλμάνοι είναι πλειοψηφία στην χώρα (μεταξύ αυτών κυριαρχούν οι Σουνίτες), αλλά στον νότο πλειοψηφία είναι οι ορθόδοξοι χριστιανοί (περιοχές Χειμμάρας, Αγ. Σαράντα, Κορυτσάς και Αργυροκάστρου) και στον βορρά οι καθολικοί χριστιανοί (περιοχές Σκόδρα). Σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, φουντώνει ο “πόλεμος επιρροής” μεταξύ των νεαρών ριζοσπαστών ιμάμηδων (εκπαιδευμένων στις χώρες του Κόλπου) και των γηραιότερων (παραδοσιακοί αξιωματούχοι, στενά συνδεδεμένοι με τους Τούρκους ομολόγους τους).

Στην Ελλάδα η κατάσταση έχει διπλή ανάγνωση: Από την μία πλευρά οι Έλληνες μουσουλμάνοι, δεν είναι ίσοι έναντι των υπολοίπων Ελλήνων καθώς υπόκεινται ακόμη στο οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο (την σαρία), το οποίο εφαρμόζεται από τον μουφτή–ιεροδίκη (Νόμος 147/1914, άρθρο 4 περί Σαρίας και Νόμος 1920/1991, άρθρο 5 περί δικαστικών αρμοδιοτήτων του μουφτή). Από την άλλη πλευρά, “Η Τουρκία που είναι μουσουλμανική έχει καταργήσει την σαρία από το 1923... Βόλευε το ελληνικό κράτος να έχει τα πιο συντηρητικά κομμάτια της μειονότητας με το μέρος του και ήταν ο τρόπος για να μπορέσει να καλύψει το τουρκικό στοιχείο κάτω από την θρησκευτική ταυτότητα της μειονότητας” (συνέντευξη στην Εφημερίδα των Συντακτών, 27.11.17). Ευτυχώς, μέσα στο 2017 κάτι κινείται επιτέλους νομικά, για να διορθωθεί αυτή κατάσταση (αρκεί να μην είναι ένας ακόμη συμβιβασμός…).

Στις ημέρες μας, οι θρησκευτικοί αξιωματούχοι του Ισλάμ της Νοτιο-Aνατολικής Ευρώπης, υπογραμμίζουν την μακραίωνα πολιτιστική και πολιτική ιστορία του μουσουλμανικού στοιχείου στα μέρη αυτά, διαχωρίζοντάς το από τις μουσουλμανικές κοινότητες της Δύσης, οι οποίες είναι συγκροτημένες σχεδόν αποκλειστικά από μετανάστες. Αυτή η θέση έχει και πολιτικές προεκτάσεις καθώς α) ικανοποιεί την επικρατούσα αντίληψη στην ΝΑ Ευρώπη ότι “τα καλύτερα θεμελιωμένα δικαιώματα τα έχουν οι πιο αρχαίοι λαοί της, παρόντες στην περιοχή”, β) απαντά στην ισλαμοφοβική αντίληψη ότι ο Μουσουλμανισμός είναι “ξένο σώμα” και γ) ενημερώνει ότι το Ισλάμ της καθημερινής ζωής στα Βαλκάνια, διαφέρει σημαντικά από το Ισλάμ της Ασίας και της Αφρικής, άρα συνάδει με μία ενιαία ευρωπαϊκή ταυτότητα.

Στην σύγχρονη εποχή, η γηραιά άθεη, χριστιανική, μουσουλμανική και εβραϊκή Ευρώπη, όπως όλες οι καπιταλιστικές οντότητες και κοινότητες, αντιμετωπίζει εσωτερικά, σημαντικά προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά είναι προφανώς οικονομικής και κατ’ επέκταση κοινωνικής φύσεως, αλλά δεν μπορούν να κρυφτούν πλέον, πίσω από έναν θρησκευτικό μανδύα, αισχρό και αξιοθρήνητο πρόσχημα σφαγών και συμφερόντων, τα οποία ταλάνισαν τους προηγούμενους αιώνες. Εάν υπάρχει κάτι “ξενόφερτο” για τους λαούς της Ευρώπης είναι ακριβώς η παραγωγή τρομολαγνείας, τρομοκρατίας και φασισμού από το Κεφάλαιο, ανασύροντας το σκιάχτρο του θρησκευτικού φανατισμού. Πρόθυμοι ινστρούκτορες; Μοναρχίες του Κόλπου, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και όχι μόνο...

*Ποσοστό μουσουλμάνων στον συνολικό πληθυσμό στα Βαλκάνια (ποικίλει εσωτερικά από περιοχή σε περιοχή): Ελλάδα (<5%), Κροατία (<5%), Σλοβενία (<5%), Σερβία (<5%), Ρουμανία (<5%), Μαυροβούνιο (5%-35%), FYROM (5%-35%), Βουλγαρία (5-35%),  Βοσνία – Ερζεγοβίνη (50%-60%), Αλβανία (50%-60%),

**Πηγή: GrandAtlasHistorique, Larousse 2011

***Το άρθρο αυτό στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην έρευνα των J.-A. Dérens και L. Geslin (Le Monde Diplomatique, Septembre 2016), στον ημερήσιο Τύπο, σε έγκυρες εγκυκλοπαίδειες καθώς και στον φίλο Dr. Joan Jani για πολλά από τα θέματα της Αλβανίας.

****Ο Κώστας Κάππας είναι καθηγητής Ιατρικής Φυσικής - Ακτινοφυσικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας και του Ιατρικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας